Sunday, July 10, 2011

ΑΝΤΙΤΟΡΠΙΛΙΚΟ ΒΕΛΟΣ

1. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ πρόλογος


ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΟΥ ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΜΑΪΟΣ 1973,
ΤΟ ΑΝΤΙΤΟΡΠΙΛΙΚΟ ΒΕΛΟΣ


34 χρόνια.
Διάστημα αρκετό για να χαμηλώσουν οι εντάσεις, οι αντιθέσεις και να αμβλυνθούν οι γωνίες από τις οποίες «διαβάζουμε» την ιστορία. Διάστημα μικρό, όμως, για να εκλείψει η υποκειμενικότητα μιας αφήγησης των γεγονότων από κάποιον που πήρε μέρος σ’ αυτά. Γεγονότα που έπαιξαν ρόλο στη νεότερη ιστορία της χώρας και που θα τα περιγράψω, όπως εγώ τα έζησα και τα αντιλήφθηκα, για να πληροφορηθείτε και να τα αξιολογήσετε κατά την κρίση σας.


Οι παλιότεροι θα θυμούνται ότι, η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, όπως διαμορφώθηκε από τη λήξη του Εμφύλιου και μετά, κατέληξε στη δεκαετία του 70 (1960-70) ταραχώδης με έντονες συγκρούσεις και ζυμώσεις, που καθιστούσε το μέλλον του τότε πολιτικού κατεστημένου (των νικητών του Εμφύλιου που μονοπώλησαν Κυβέρνηση και Αντιπολίτευση – ως ΕΡΕ (Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση) και ΕΚ(Ένωση Κέντρου) -) ασαφές και αβέβαιο.
Η εκλογική επιτυχία της Ελληνικής Δημοκρατικής Αριστεράς –ΕΔΑ- το 1958 που πήρε ποσοστό 24,42%, λειτούργησε ως επιπλέον κίνητρο για την ενεργοποίηση αμυντικών μηχανισμών στον ορατό πλέον «κίνδυνο» ολικής επαναφοράς των ηττημένων του Εμφύλιου στο προσκήνιο με κοινοβουλευτικές διαδικασίες.
Ο Στρατός «ανήκει» στο παλάτι που έχει τον πρώτο λόγο ακόμα και για τις κρίσεις και τοποθετήσεις της στρατιωτικής ηγεσίας. Και ο Στρατός, ως θεσμός, διατηρεί τον ρόλο του εγγυητή της ομαλότητας απέναντι και στους "εσωτερικούς" εχθρούς του κατεστημένου που εμπεδώθηκε μετά τον πόλεμο και τον Εμφύλιο.
Στο διεθνές πεδίο, ο Ψυχρός (ενίοτε και θερμός) Πόλεμος μαίνεται (Κούβα-Βερολίνο-Κεντρική Ευρώπη-Ν.Α Ασία-ανεξαρτητοποιήσεις αποικιών).
Τα γενικότερα γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα, σε συνδυασμό με τη διανομή των «ζωνών επιρροής» από τις νικήτριες στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο Μεγάλες Δυνάμεις, προϋπέθεταν/επέβαλαν τη θέση της Ελλάδας σε συγκεκριμένη πλευρά με συγκεκριμένη πολιτική.
Το ασαφές του μέλλοντος του πολιτικού συστήματος, όμως, που κατέρρεε διαπλεκόμενο και παρακρατούμενο, άφηνε περιθώρια σταδιακής επικράτησης άλλων πολιτικών δυνάμεων με προσανατολισμούς διαφορετικούς των μακροπρόθεσμων σχεδιασμών της Δύσης που εκφραζόταν με την πολιτική και ανάπτυξη της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας (ΝΑΤΟ).

Με βάση τα παραπάνω, η στρατιωτική δικτατορία ήταν αντικειμενικά αναπόφευκτη και εξυπηρετούσε απολύτως και το πολιτικό κατεστημένο.
Πρώτα απ’ όλα για να αποφευχθεί ο «κίνδυνος» αλλαγής πορείας της χώρας στο διεθνές σκηνικό, για να εγκατασταθούν και παγιωθούν οι αναγκαίες Βάσεις και στρατιωτικές εγκαταστάσεις στα καίρια διεθνή σημεία (πυρηνικές κεφαλές στη Μακεδονία και Θράκη, Βάσεις σε Κύπρο, Λέρο, Σούδα, Ν.Μάκρη κ.α.) και, παράλληλα, για να διασώσει το γόητρο των πολιτικών φατριών ώστε να επανακάμψουν στο προσκήνιο αργότερα αναβαπτισμένες ως εκφράζουσες τη Δημοκρατία.

Έτσι, στις 21 Απριλίου 1967, εκδηλώθηκε το ένα από τα δύο (στρατηγών και συνταγματαρχών) σχεδιασθέντα πραξικοπήματα, με τους συνταγματάρχες να ‘προλαβαίνουν’ τους στρατηγούς, οι πολιτικοί ‘έκπληκτοι’ συνελήφθησαν με τις πυτζάμες τους και παρέδωσαν αμαχητί την εξουσία στους επικεφαλής των ομάδων που έκαναν τις συλλήψεις λοχαγούς.

Ούτε ένας χαστούκισε, έστω, έναν λοχία, ούτ’ ένας έριξε μια μπαλωθιά, έστω, για την τιμή της Δημοκρατίας.

Όταν αυτή είναι η συμπεριφορά των ηγετών, δεν μπορεί κανείς να κρίνει και να κατακρίνει τους πολίτες της χώρας που αδιαφόρησαν εντελώς –στην πλειονότητά τους- για την τύχη των σκάρτων πολιτικών ή και ανακουφίστηκαν γιατί τους ξεφορτώθηκαν. Εθελοτυφλούν, σκόπιμα, δε, αυτοί που αρνούνται να παραδεχθούν ότι μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού αποδέχθηκε μετά βαΐων και επαίνων την "Εθνικήν Επανάστασιν" αηδιασμένο από τον εκφυλισμό της πολιτικής της εποχής. Τα ελλείματα της Δημοκρατίας γεννούν τις δικτατορίες, τόσο των όπλων, όσο και των γραφίδων και των τηλεοπτικών οθονών...

Δεν θα μείνω άλλο στα προηγηθέντα γεγονότα. Η εκτίμηση των οποίων, άλλωστε, βασίζεται στην υποκειμενική ανάλυση των δεδομένων της εποχής και επιδέχεται, βεβαίως, αντιλόγου, συμπλήρωσης ή και αντίκρουσης.

Ο μόνος θεσμικός παράγοντας που εγώ γνωρίζω ότι αντέδρασε βίαια και έβρισε σκαιότατα τους κινηματίες ήταν ο Αρχηγός, τότε, του Ναυτικού Ναύαρχος Εγκολφόπουλος.
Τον αποστράτευσαν, βεβαίως, την ίδια στιγμή.


Συνεχίζεται

2. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Κίνημα

Η πλειονότητα των αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού, αντέδρασε στην επιβολή της δικτατορίας με τον ίδιο τρόπο που αντέδρασε και η πλειονότητα των πολιτών.
Με ‘μουδιασμένη’ αδιαφορία.
Από την πρώτη, όμως, στιγμή, ήταν ξεκάθαρες ορισμένες καθοριστικές λεπτομέρειες που προλείαναν το έδαφος της σταδιακά αυξανόμενης αντίδρασης ενάντια στη χούντα.

Πρώτα απ’ όλα, ο αριθμός των μόνιμων στελεχών που εκφράστηκαν υπέρ του πραξικοπήματος ήταν ελάχιστος και ο φανατισμός τους ήταν αντιστρόφως ανάλογος της επαγγελματικής τους καταξίωσης.
Πολύ γρήγορα, η αρχική αποφυγή συζητήσεων στα καρέ των μονίμων στα πλοία και στα γραφεία των Υπηρεσιών, εξελίχθηκε σε ανεκδοτολογία και μετά σε λοιδορία και χλεύη. Και στην πρώτη ευκαιρία-συγκυρία αντίδρασης, το Ναυτικό έδειξε την τάση του και πολλά στελέχη αποφάσισαν να οργανωθούν και να αντιδράσουν δυναμικότερα.

Γιατί, όμως, το Πολεμικό Ναυτικό δεν ‘ομογενοποιήθηκε’ με τη χούντα; Γιατί δεν συνέπραξε στη διαχείριση της εξουσίας και γιατί αντέδρασε στη δικτατορία;

Οι εκδοχές που δίδονται στην Ελλάδα πρέπει απαραιτήτως να «εντάσσουν» το οτιδήποτε και τον οποιονδήποτε σε κάποια «πλευρά» ή «παράταξη».
Έτσι, ακούγεται και γράφεται ότι:
-Το Ναυτικό αντέδρασε γιατί ήταν ανέκαθεν Βασιλικό
-Το Ναυτικό αντέδρασε γιατί ήταν ανέκαθεν Δημοκρατικό
-Το Ναυτικό αντέδρασε γιατί δεν το συμπεριέλαβαν ενεργά στο πραξικόπημα!


Τα πράγματα, όμως, κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι πολύ πιο απλά και πολύ πιο ανθρώπινα. Και εξηγούν επαρκώς το πώς και το γιατί της σύμπνοιας αξιωματικών τελείως διαφορετικής ιδεολογίας. Π.χ. ο υπασπιστής του Βασιλιά Καραμήτσος, ακραιφνής βασιλικός με τον Παππά Βενιζελικό απ' τα γενοφάσκια του.
Για να καταλάβει κανείς τον λόγο που το Πολεμικό Ναυτικό δεν μπορεί να ανεχθεί και να λειτουργήσει σε ολοκληρωτικές συνθήκες, θα πρέπει να αναλογισθεί πώς γαλουχούνται τα στελέχη του για να συμβιώνουν, εργάζονται και αποδίδουν στα πλαίσια ενός πλοίου -ανεξάρτητα από την πολιτική ιδεολογία που υπηρετεί ο καθένας. (σημ: προσπάθησα σε προηγούμενα ποστ να δώσω μια εκδοχή του θαλασσινού πολιτισμού)
Τα στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού γαλουχούνται έτσι ώστε να τηρούν τις υποχρεώσεις τους, να απαιτούν τα δικαιώματά τους και να σέβονται την ιεραρχία της κοινωνίας τους. Όχι ως φιλοσοφική επιλογή αλλά, ως ανάγκη για την επιβίωση και επίτευξη των στόχων της –πλωτής- κοινωνίας τους.

Πώς, λοιπόν, να συμφωνήσουν σε μια ενέργεια που παρέβαινε τις –από τον όρκο- υποχρεώσεις, δεν αναγνώριζε ούτε ένα δικαίωμα και κατέλυε κάθε έννοια κοινωνικής και επαγγελματικής ιεραρχίας;
(Φαντάζει λεπτομέρεια αλλά, δεν είναι: Ακόμα και το γεγονός της εκ μέρους των στρατηγών αποδοχής της χούντας και υποβολής των σεβών τους στους συνταγματάρχες και η διαχείριση του κράτους από 'έμπιστους' λοχαγούς και ταγματάρχες 'της κατάστασης', άφησε τραυματικές δυσλειτουργίες στην ελληνική κοινωνία μέχρι σήμερα όπου και ο κάθε κομματικός τραμπούκος γαλάζιος ρέηντζερ ή πρασινοφρουρός αναρριχάται με τις ευλογίες των κομματικών ηγεσιών σε υπουργικά και άλλα αξιώματα.)

Για τα στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού ήταν, από το διαμορφωμένο ένστικτό τους, εξ αρχής προφανές (και δυστυχώς επιβεβαιώθηκαν με την εθνική τραγωδία της Κύπρου) ότι με τις συνθήκες αυτές ο ολοκληρωτισμός της δικτατορίας οδηγούσε το πλοίο της χώρας σε βέβαιο ναυάγιο.
Αλλά και γι αυτούς, όπως και για τον υπόλοιπο ελληνικό λαό, δεν υπήρχε και απτή εναλλακτική λύση.
Ο Καραμανλής είχε φύγει σχεδόν κυνηγημένος και με τη ρετσινιά του ανίκανου να κυβερνήσει αφού ο ίδιος αναρωτιόταν δημόσια μετά τη δολοφονία Λαμπράκη «ποιος κυβερνά αυτή τη χώρα;»
Ο διάδοχός του Κανελλόπουλος ήταν εξαιρετικά ‘λίγος’ ως ηγέτης για να πείσει τον κόσμο,
ο γερο Παπανδρέου φοβόταν να κυβερνήσει ακόμα κι όταν ο λαός τον ψήφιζε και αναλισκόταν σε δημαγωγίες που υπέσκαπταν και το κύρος όλου του πολιτικού κόσμου,
ο γιος Αντρέας, μετά σύντομο μπουζούριασμα, την ‘έκανε’ με αμερικανικό διάβημα και διαβατήριο
και ο κόσμος φαινόταν να αποδέχεται ασμένως την υλοποίηση της προχουντικής πρότασης της Ελένης Βλάχου, εκδότριας της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ «μα δεν βρίσκεται ένας λοχίας να βάλει τάξη;»

Με την πρώτη ευκαιρία, όμως, έδειξαν τις προθέσεις τους.
Τον Δεκέμβριο του 1967, ο τότε Βασιλιάς, προσπάθησε με στρατιωτικό αντιπραξικόπημα να ανατρέψει τη χούντα
Ο κακός σχεδιασμός και οι λανθασμένες επιλογές προσώπων που δείλιασαν, του επικεφαλής Βασιλιά συμπεριλαμβανομένου, είχαν ως αποτέλεσμα την αποτυχία του αντικινήματος και την αυτοεξορία του Βασιλιά στην Ιταλία.
Το Πολεμικό Ναυτικό, παρά τον ανύπαρκτο σχεδιασμό του βασιλικού αντικινήματος, έδειξε καθαρά τις προθέσεις του βγαίνοντας στο πέλαγος για να στηρίξει την προσπάθεια ανατροπής της χούντας.
Όταν ο Βασιλιάς έφυγε με την οικογένειά του και η ηγεσία του Ναυτικού συνελήφθη και αποστρατεύθηκε, τα πλοία γύρισαν αναγκαστικά στις βάσεις τους.
Τελευταίο γύρισε το Αντιτορπιλικό Συνοδείας ΛΕΩΝ με κυβερνήτη τον τότε Πλωτάρχη Νίκο Παππά.

Αμέσως μετά, στελέχη όπως οι τότε Πλωτάρχες Παππάς, Σέκερης, Μάλλιαρης κ.α.
από την πρώτη στιγμή συνομολόγησαν την αντίθεσή τους και ήρθαν σε επαφή με τους «Ελεύθερους Έλληνες», από τις πρώτες αντιστασιακές οργανώσεις στην Ελλάδα και με στελέχη της Πολεμικής Αεροπορίας αλλά και του Στρατού Ξηράς.
Παράλληλα με τους αξιωματικούς, και υπαξιωματικοί του Ναυτικού άρχισαν να οργανώνονται σε αντιστασιακές οργανώσεις όπως η «Δημοκρατική Άμυνα» και πολλοί από αυτούς συνελήφθησαν και βασανίστηκαν πάνω στο παροπλισμένο καταδρομικό ΕΛΛΗ που η χούντα είχε μετατρέψει σε κολαστήριο.

Από τις αρχές του 69, ο μικρός πυρήνας των οργανωμένων αρχίζει τη συστηματική μύηση στελεχών τα οποία και υπογράφουν Όρκο ότι θα αγωνιστούν για την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης στην Ελλάδα.
Σκοπός τους δεν ήταν η αντικατάσταση της χούντας του στρατού με μία άλλη του Ναυτικού. Σε όλα τα σχέδια και τις σκέψεις τους αναζητούσαν τον τρόπο ενεργοποίησης του πολιτικού κόσμου και την διαμόρφωση της δημοκρατικής ιεραρχίας που θα αποκαθιστούσε τη λαϊκή κυριαρχία.

Σκοπός του αγώνα, δηλαδή, δεν είναι η κατάληψη της εξουσίας, αλλά η ανατροπή της χούντας και η αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας.
Τον Απρίλιο του 69, ο πυρήνας των οργανωμένων προσεγγίζει τον πρώην Υπουργό Άμυνας Γαρουφαλιά που συνδεόταν με τον Αρχηγό Στόλου Μόραλη και τον πείθουν να τον συμβουλεύσει να κινηθεί κατά των πραξικοπηματιών. Πραγματικά αυτό έγινε και ο Μόραλης πείστηκε αλλά γρήγορα το μετάνιωσε -μη γνωρίζοντας ότι είχε ολόκληρη οργάνωση έτοιμη- και ανέφερε όσα γνώριζε στον αδερφό του δικτάτορα.
Την επομένη αποστρατεύθηκε!

Το γεγονός δεν πτόησε τους οργανωμένους στο Ναυτικό. Μεθοδικά, καταλαμβάνοντας καίριες θέσεις σχεδίασαν μεταθέσεις και τοποθετήσεις έτσι ώστε το 1972 οι εκ των Μαχίμων (οι αξιωματικοί του Ναυτικού διακρίνονται σε Μάχιμους, Μηχανικούς, Οικονομικούς κλπ) πυρήνες του κινήματος (συμμαθητές της τάξης ’48, Παππάς, Μάλλιαρης, Παπαδόγκωνας, Γκιόκεζας, Κουσουρής κ.α.) είναι όλοι κυβερνήτες στα μεγάλα αντιτορπιλικά και έχουν μυήσει και ανώτερα στελέχη κάθε πλοίου ώστε να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι για να πάρουν τα πλοία και να εξεγερθούν κατά της χούντας.
Παράλληλα είχαν μυήσει και τους νεώτερους κυβερνήτες των έξη υποβρυχίων και των τορπιλακάτων.
Οι Μηχανικοί, όπως οι Σέκερης, Παναγιωταρέας, Παπαθανασίου κ.α. είχαν σε ετοιμότητα το σύστημα τεχνικής υποστήριξης και διοικητικής μέριμνας των πλοίων.

Όλα ήταν έτοιμα, λοιπόν, αλλά, έπρεπε να υπάρχει και ένας αρχηγός (θυμηθείτε ότι τα στελέχη του Ναυτικού γαλουχούνται να λειτουργούν στην ιεραρχημένη Δημοκρατία του πλοίου).

Από τον Σεπτέμβριο του 72, αν οι πολιτικοί είχαν ετοιμάσει ένα σχήμα εθνικής ενότητας που θα αντικαθιστούσε τη χούντα, το Ναυτικό, με τη συμπαράσταση δημοκρατικών αξιωματικών και από την Πολεμική Αεροπορία αλλά και από τον Στρατό Ξηράς, θα μπορούσε να δράσει αμέσως.
Η αναστολή των ενεργειών σε αναζήτηση αρχηγού και πολιτικής κάλυψης επιβεβαιώνει τις προθέσεις για αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας και όχι στην αντικατάσταση της χούντας από μια άλλη.

Μετά την εξέγερση των φοιτητών στη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης, και Αθηνών, τον Φεβρουάριο του 73, οι αξιωματικοί του Ναυτικού πήραν το λαϊκό μήνυμα του «δεν πάει άλλο» και αποφάσισαν να δράσουν.
Την απόφασή τους αυτή την κοινοποίησαν στον Αβέρωφ και δι αυτού στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ενώ αρκετοί ζητούσαν και την συμφωνία του εξόριστου βασιλιά ως θεσμικού εκπροσώπου της συνταγματικής νομιμότητας που κατέλυσαν οι συνταγματάρχες. (επισημαίνεται ότι και η θέση του ΚΚΕ ήταν να επιστρέψει ο βασιλιάς για την αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας)
Αρχηγός του Κινήματος του Ναυτικού δέχτηκε να αναλάβει -αφού, όμως αυτό εκδηλωθεί- ο Ναύαρχος Σπύρος Κονοφάος που είχε αποταχθεί αμέσως μετά το αντικίνημα του βασιλιά το ’67, ενώ ενημερώθηκαν και οι πρώην Αρχηγοί, Ναύαρχοι Μηναίος και Εγκολφόπουλος.
Ημερομηνία του κινήματος ορίσθηκε η 23 Μαΐου 1973, παρά την επιμονή των Παππά, Σέκερη, Παπαθανασίου να εκδηλωθεί στις 18 προς 19 όταν τρία αντιτορπιλικά θα απέπλεαν σε προγραμματισμένες ασκήσεις και όλο το Σύνταγμα Πεζοναυτών (με Διοικητή τον διαβόητο Ντερτιλή) θα ήταν επί αρματαγωγών εν πλω για την ίδια άσκηση. Πρότειναν να κυκλώσουν τους πεζοναύτες στη θάλασσα και είτε να τους πάρουν με το μέρος τους είτε να τους χρησιμοποιήσουν ως ομήρους για να εκβιάσουν τη χούντα.
Η πρόταση δεν έγινε δεκτή.
Ο Παππάς βιαζόταν γιατί με το πλοίο του, το ΒΕΛΟΣ, απέπλεε στις 18 Μαΐου για να συμμετάσχει σε νατοϊκή άσκηση για ένα μήνα. Και ήθελε να είναι παρών στο συντονισμό που χρειαζόταν για να βγουν όλα τα πλοία από τον Ναύσταθμο, έχοντας την αντίστοιχη εμπειρία του 1967.

Το σχέδιο του κινήματος προέβλεπε αποκλεισμό του Πειραιά και άλλων μεγάλων λιμανιών, κατάληψη της Σύρου (όπου και η Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών του Στρατού με Διοικητή τον μυημένο -αείμνηστο- συνταγματάρχη Μουστακλή) και πρόσκληση των πολιτικών όλων των κομμάτων για να σχηματίσουν πολιτική εθνική κυβέρνηση.

Την παραμονή της εκδήλωσης του κινήματος, οι μυημένοι αξιωματικοί υποψιάστηκαν ότι το σχέδιό τους έγινε αντιληπτό από τη χούντα και, μετά από δισταγμούς και διαβουλεύσεις, αποφάσισαν την αναβολή του. Μοιραία απόφαση.

Το βράδυ της 22ας Μαΐου 1973 κατέβηκε στον Ναύσταθμο ο τότε Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων Οδυσσέας Αγγελής με πολυάριθμες στρατιωτικές μονάδες και περιόρισε όλο το προσωπικό του Στόλου στις εγκαταστάσεις του. Από το πρωί της 23ης Μαΐου αρχίζουν οι συλλήψεις και ανακρίσεις.
Συλλαμβάνονται και πέντε αξιωματικοί της Πολεμικής Αεροπορίας και ένας του Στρατού (ο άτυχος Σπύρος Μουστακλής) που είχαν μυηθεί στο κίνημα.
Παράλληλα δίνεται στη δημοσιότητα ανακοίνωση περί «οπερέτας ναυτικού κινήματος ολίγων αποστράτων αξιωματικών» στην προσπάθεια της χούντας να κρύψει το μέγεθος και την ένταση της αντίθεσης του Ναυτικού προς αυτή, τόσο προς το εσωτερικό αλλά, κυρίως προς τους προστάτες της στο εξωτερικό οι οποίοι έχουν την εντύπωση ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις στηρίζουν τη δικτατορία.

Έτσι, το κίνημα του Ναυτικού, το 1973, δεν εκδηλώθηκε ποτέ. Αλλά, πέτυχε -στην αποτυχία του- τους σκοπούς του. Πώς;
















Έτσι, το κίνημα του Ναυτικού, το 1973, δεν εκδηλώθηκε ποτέ. Αλλά, πέτυχε -στην αποτυχία του- τους σκοπούς του. Πώς;
Αφήγηση νεαρού Σημαιοφόρου που μόλις έκλεισε τα 22 του χρόνια.


20 Μαΐου 1973.
Το αντιτορπιλικό ΒΕΛΟΣ, ήταν ήδη εκτός Ναυστάθμου και από τις 19, ελλιμενισμένο στο ΗΡΑΚΛΕΙΟ Κρήτης μαζί με άλλα τέσσερα πλοία της Νατοϊκής Ναυτικής Δύναμης (Αμερικανικό, Ιταλικό, Αγγλικό και Τουρκικό) στην οποία συμμετείχε. Η Δύναμη θα απέπλεε το πρωί της 22ας Μαΐου για τη Γένοβα.
Στο πλοίο, εκτός από τον Κυβερνήτη, Αντιπλοίαρχο Νίκο Παπά, μυημένοι γνώστες ότι όπου να 'ναι εκδηλώνεται αντιχουντικό κίνημα ήταν μόλις τρείς ακόμη αξιωματικοί από τους μεγαλύτερους στο πλοίο. Όλοι οι άλλοι αγνοούσαν το οτιδήποτε.
Για τους μη μυημένους στο κίνημα αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ναύτες, η προετοιμασία απόπλου από τον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας τις προηγούμενες ημέρες είχε αρκετά «περίεργα» που δεν μπορούσαν να τα αποδώσουν σε κάποια λογική βάση εκτός από την επιθυμία του Κυβερνήτη να είναι το πλοίο πάντοτε σε ετοιμότητα και να μη λείπει τίποτα από το πλήρωμα.
Η προετοιμασία, λοιπόν, απόπλου, τις μέρες πριν από τις 17 Μαΐου, περιλάμβανε την παραλαβή δυσανάλογα μεγάλων, σε σχέση με τη διάρκεια της άσκησης, ποσοτήτων αλευριού (για παρασκευή ψωμιού -αρτοποίηση- στο πλοίο), ποσοτήτων τροφίμων, λαχανικών, τσιγάρων αλλά και επιπλέον πυρομαχικών του ελαφρότερου οπλισμού, λες και δεν θα «έπιανε» κάθε τρεις μέρες και ένα λιμάνι της Μεσογείου όπου θα παρέμενε, μαζί με τα άλλα «συμμαχικά» πλοία, για ένα τετραήμερο στο καθένα.
Η 20η Μαΐου πέρασε με συνηθισμένες ασκήσεις εν όρμω και ανταλλαγή επισκέψεων στα πλοία. Δεύτερη φορά πάτησα σε τουρκικό πολεμικό πλοίο. Είμασταν μαζί και τον Οκτώβριο που μας πέρασε. Φιλόξενοι μέχρις παρεξήγησης. Και ακούν συνεχώς ελληνική μουσική. Και ξέρουν και τα λόγια! Οι αξιωματικοί τους μια φάτσα με μας. Όλοι από την Πόλη ή τα παράλια της Μ.Ασίας. Και όλοι μ' ένα παππού ή γιαγιά ή προπάππου Έλληνα!
Οι ναύτες τους από τη βαθιά Ανατολία, άλλη ράτσα. Κι ο κυβερνήτης τους ίδιος ο Παππάς στο πιο …εξευγενισμένο.
Πλοίαρχος Μπιρέν. Διοικητής της Νατοϊκής Μοίρας ως ο πιο παλιός από τους κυβερνήτες..

ΗΡΑΚΛΕΙΟ 21 Μαΐου 1973. Κωνσταντίνου και Ελένης.
Παραμονή της προγραμματισμένης εκδήλωσης του κινήματος του Ναυτικού.
Ο Κυβερνήτης φαίνεται, στους μη μυημένους, να έχει μια αδικαιολόγητη υπερκινητικότητα, γυρνάει όλο το πλοίο, όποιον βλέπει μπροστά του τον ρωτάει «είσαι, ρε, έτοιμος για όλα;»
Το απόγευμα, δέχεται στο πλοίο ένα περίεργο τηλεφώνημα με το συνθηματικό μήνυμα «το παιδί αρρώστησε». Όσοι ήταν κοντά του απόρησαν με την έντονη αντίδρασή του και τον θυμό του που δεν δικαιολογείται από μία τέτοια είδηση.
Δεν ήξεραν ότι το μήνυμα σήμαινε ότι το κίνημα προδόθηκε. Δεν ήξεραν καν για το κίνημα.

Γύρω στις 11 το βράδυ, το Λιμεναρχείο τον ειδοποιεί ότι θέλει να του μιλήσει στο τηλέφωνο του Λιμενάρχη, ο αξιωματικός του Ναυτικού Υπασπιστής του Παπαδόπουλου.
Πριν επικοινωνήσει μ’ αυτόν, φεύγει φουριόζος από το πλοίο και πηγαίνει σ’ ένα περίπτερο. Επικοινωνεί με άλλους κυβερνήτες και τους συμβουλεύει να επιταχύνουν, υπάρχει χρόνος ώσπου να αντιδράσει η χούντα, να πάρουν τα καράβια αμέσως και να φύγουν.
Ο υπασπιστής του Παπαδόπουλου τον παραπέμπει να μιλήσει με τον Διευθυντή Πληροφοριών (Α2) του ΓΕΝ ο οποίος «εμπιστευτικά» του λέει ότι υπάρχουν πληροφορίες για ύποπτες κινήσεις που συμπίπτουν με την ονομαστική γιορτή του Βασιλιά και του Καραμανλή και …να προσέχει.
Το παρακλάδι της χούντας στο Ναυτικό, μετρημένοι στα δάκτυλα των χεριών, τόσο αξιόπιστες πηγές μπορούσε να έχει στους υπόλοιπους αξιωματικούς ώστε να θεωρεί ότι και ο Παππάς, ο πυρήνας του αντιχουντικού κινήματος, ανήκε στην κατηγορία των πιστών προς τη χούντα…

Πρωί της 22ας Μαΐου 1973.
Η Νατοϊκή Μοίρα αποπλέει από την Κρήτη για ασκήσεις στην Κεντρική Μεσόγειο με προορισμό τη ΓΕΝΟΒΑ.
Οι ελληνικές συχνότητες στον ασύρματο σιγούν. Το σύνθημα για το κίνημα δεν έρχεται.
Ο εκνευρισμός του κυβερνήτη φανερός και ανεξήγητος για τους μη γνωρίζοντες τι συμβαίνει.
Σιγά-σιγά, το μυστικό και τα νέα περνούν από τον κυβερνήτη σε όλους τους μεγάλους αξιωματικούς που πηγαινοέρχονται στο δωμάτιό του.
Οι μικρότεροι και το πλήρωμα παρακολουθούν αμήχανα την περίεργη ένταση.
Η θάλασσα φουρτουνιασμένη και η ομίχλη πυκνή όταν έρχεται η ώρα να ανεφοδιαστούν τα πλοία με πετρέλαιο ενώ πλέουν Νότια της Πελοποννήσου.
Ο Διοικητής της Μοίρας κρίνει τις συνθήκες απαγορευτικές αλλά ο Παππάς τον πείθει με χίλιες δικαιολογίες και προσεγγίζει το Αγγλικό πετρελαιοφόρο.
Ο ανεφοδιασμός εν πλω αρχίζει με τον κυβερνήτη του Αγγλικού τεράστιου πετρελαιοφόρου να διαμαρτύρεται για τις επικίνδυνες καιρικές συνθήκες και τον Παππά να τον καθησυχάζει «ακόμα λίγο» και «ακόμα λίγο», μέχρι που οι δεξαμενές ξεχείλισαν και το πετρέλαιο άρχισε να χύνεται στη θάλασσα.
Ο Παππάς ήθελε να είναι «γεμάτος» για κάθε ενδεχόμενο.
Το σήμα, όμως, για την έναρξη του κινήματος δεν έρχεται. Και η μέρα περνάει με τις βάρδιες και ελάχιστες ασκήσεις μεταξύ των πλοίων, ό,τι επέτρεπε ο παλιόκαιρος.

23 Μαΐου 1973
Το πρωί της 23ης ο Παππάς μπαίνει στον ασύρματο και καλεί όποιον τον ακούει να του απαντήσει. Απαντά ο κυβερνήτης του Α/Τ ΠΑΝΘΗΡ που βρισκόταν εν πλω ανοικτά της Κρήτης. Με συνθηματικά ενημερώνει τον Παππά ότι το κίνημα αναβλήθηκε.
Στην πρόταση που Παππά να παραμείνει εν πλω και να συνενωθεί με το ΒΕΛΟΣ αυτός του είπε ότι γυρίζει στον Ναύσταθμο…

Η ένταση στο πλοίο είναι πια πολύ δυνατή με τους μυημένους να διαβουλεύονται μεταξύ τους και τους μη μυημένους να προσπαθούν να καταλάβουν τι γίνεται.

Κατάλαβαν, έτσι κι αλλιώς, την ώρα του δείπνου στις 8 το βράδυ της 23ης Μαΐου όταν η τηλεόραση στο καρέ Αξιωματικών, συντονισμένη σε Ιταλικό κανάλι, (η Δύναμη ήταν ανατολικά της Σαρδηνίας) μετέδωσε την είδηση ότι αντιχουντικό κίνημα του Ναυτικού στην Ελλάδα από απόστρατους αξιωματικούς κατεστάλη και πέντε απόστρατοι αξιωματικού είχαν συλληφθεί.

Κίνημα; Ποιό Κίνημα; Τι Κίνημα;
Αναστατωμένοι, μεταφέρουν το νέο στον κυβερνήτη που μπαίνει στο καρέ αξιωματικών και λέει «αύριο θα ξαναφουλάρουμε πετρέλαιο και θα δούμε τι γίνεται».
Επιστρέφει στο δωμάτιό του.

Κοιτάζομαι με τους άλλους συμμαθητές μου. Αμήχανοι. Ανήσυχοι. 'Λες γι αυτό να μου 'πε το πρωί ο καπετάνιος αν είμαι έτοιμος για όλα; Και τώρα γιατί εμάς δεν μας κοίταξε στα μάτια;'
Η μέρα -και η νύχτα- περνάει με μια 'συγκρατημένη' αναστάτωση στο πλοίο με συζητήσεις, μειδιάματα με νόημα αλλά και ένα αίσθημα αβεβαιότητας για το τι θα μας ξημέρωνε.
Πολλοί εκφράζονταν ανοιχτά κατά των συνταγματαρχών, λίγοι είχαν λουφάξει μάλλον φοβισμένοι (είχαν τους λόγους τους), και οι νεαροί Σημαιοφόροι να απορούμε απομονωμένοι από τις συζητήσεις και τα τεκταινόμενα στα δωμάτια των άλλων, μεγαλύτερων, αξιωματικών.

24 Μαΐου 1973
Από το πρωί ασκήσεις και το μεσημέρι ξανά πετρέλευση εν πλω. Ξαναφουλάρουμε. Το καράβι πλέει και ασκείται ουσιαστικά με τους νεαρούς Σημαιοφόρους ενώ οι υπόλοιποι αξιωματικοί διαβουλεύονται με τον Κυβερνήτη και παρακολουθούν από τον ασύρματο το BBC, τη Ντώιτσε Βέλλε και το Παρίσι. Το πλήρωμα έχει, περιέργως, εύθυμη διάθεση. Οι συμμαθητές μου κι εγώ, όχι. Αισθανόμαστε αποκλεισμένοι από τους υπόλοιπους κι είναι η πρώτη φορά γιατί από τότε που ήρθαμε στο πλοίο συνεχώς αισθανόμασταν δεμένοι με μόνιμους και στρατευμένους σαν μια γροθιά.
Την ώρα που τέλειωνε το δείπνο, ένας αξιωματικός ενημερώνει τον Κυβερνήτη ότι το BBC είπε για συλλήψεις τριών απόστρατων Ναυάρχων που, κατά τον εκπρόσωπο της χούντας Σταματόπουλο, σχεδίαζαν ένα κίνημα 'οπερέτα' που απέτυχε πριν καν οργανωθεί.
'Τι κάνουμε τώρα, κύριε Κυβερνήτα;' ρώτησε ένας Αξιωματικός.
'Οπερέτα, ε;' είπε ο Παππάς.
'Έχουμε το πλοίο σε άριστη και ετοιμοπόλεμη κατάσταση. Έχουμε εφόδια για τρεις μήνες. Η πρώτη μου σκέψη είναι να γυρίσουμε στο Αιγαίο και να τους αλλάξουμε την πίστη. Κανένα πλοίο δεν θα έρθει εναντίον μας και κανένα αεροπλάνο. Είμαι σίγουρος γι αυτό. Αλλά υπάρχουν και μερικοί θερμοκέφαλοι πραιτοριανοί που θα μας αναγκάσουν να χρησιμοποιήσουμε τα κανόνια μας. Δεν είναι λύση, όμως η εμφύλια αιματοχυσία. Γι αυτό πήρα την απόφαση να αναλάβω προσωπικά την ευθύνη και, αφού παραδώσω τα καθήκοντά μου στον Ύπαρχο, θα αποβιβαστώ κάπου στην Ιταλία, θα ζητήσω πολιτικό άσυλο και θα πάω στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Κοπεγχάγη να ξεσκεπάσω τη χούντα. Αλλιώς όλοι θα μείνουν με την πληροφόρηση για κίνημα οπερέτα που προπαγανδίζουν οι συνταγματάρχες.'
Πετάει με δύναμη την πετσέτα στο τραπέζι και φεύγει φουριόζος για το δωμάτιό του.

Με το που βγαίνει από το καρέ, η συζήτηση φουντώνει. Με όλους να λένε το μακρύ τους και το κοντό τους. 'Πού θα πάει μόνος του;', 'να πάμε κι εμείς', 'φτιάξτε ένα κατάλογο' λέει ένας, 'όχι ρε, να πάμε πίσω και να τη στήσουμε έξω από το Λαγονήσι (η βίλα του δικτάτορα ήταν εκεί) να του στείλουμε ένα μπουκέτο' λέει κάποιος άλλος.
Κοιτώ τους συμμαθητές μου στα μάτια. Καταλαβαινόμαστε.
Σηκώνομαι και μπαίνω στο δωμάτιο του Κυβερνήτη. Είναι σκυμένος και γράφει σ' ένα Σηματόχαρτο.
'Ναι', γρυλίζει.
«Κύριε Κυβερνήτα, δεν ξέρω γιατί εμάς δεν μας ενημερώνει κανείς -ίσως γιατί μας θεωρείτε παιδιά της «επανάστασης» (σημ:φοιτήσαμε στη ΣΝΔ 68-72) και δεν μας εμπιστεύεστε εμάς τους Σημαιοφόρους- θέλω όμως να σας αναφέρω ότι εμείς είμαστε αξιωματικοί σας και θα σας ακολουθήσουμε πιστά σε ό,τι και αν αποφασίσετε.»
Σηκώνει το κεφάλι και με κοιτά διαπεραστικά.
Σηκώνεται αμίλητος και μ' αγκαλιάζει. 'Είσαι έτοιμος Σημαιοφόρε;' ρωτάει μ' ένα χαμόγελο που δεν μπορεί να κρύψει το δάκρυ που κυλάει στα μάτια του.
'Μάλιστα κύριε Κυβερνήτα' απαντώ και βγαίνω από το δωμάτιο μη μπορώντας να πιστέψω ότι το 'θεριό' δάκρυσε.
Ούτε οι άλλοι το πίστευαν όταν, σε λίγο, τους το είπα...


25 Μαΐου 1973.
Το ΒΕΛΟΣ συνεχίζει κανονικά τις ασκήσεις με τα άλλα Νατοϊκά πλοία. Το 'κανονικά' είναι σχετικό, βέβαια, γιατί η ατμόσφαιρα στο πλοίο έχει μια περίεργη ένταση με κάποιες 'προσειμικές δονήσεις' ...γιορταστικής υφής από τα καρέ των μονίμων και τα υποφράγματα των στρατευμένων.
Ο Κυβερνήτης με τους μεγαλύτερους αξιωματικούς δεν συζητάει τώρα στο δωμάτιό του αλλά στο καρέ αξιωματικών, ανοιχτά και με τη συμμετοχή των 'μικρών'.
Η συζήτηση αφορά στο περιεχόμενο της ανακοίνωσης από το ΒΕΛΟΣ με την οποία θα διέκοπτε τις ασκήσεις και θα εγκατέλειπε τη Νατοϊκή Δύναμη.
Επικράτησε η άποψη να επικαλεστούμε τις ίδιες τις αρχές πάνω στις οποίες (ή με πρόφαση τις οποίες -διαλέξτε και παίρνετε-) ιδρύθηκε και 'λειτουργούσε' το ΝΑΤΟ ώστε και πιο κατανοήσιμη να είναι η κίνηση και να μη δοθούν επιχειρήματα που θα ενίσχυαν τις θέσεις της Χούντας.
Το Σήμα προς το ΝΑΤΟ ολοκληρώθηκε προς το μεσημέρι.
Σε λίγο από τα μεγάφωνα διατάσσεται Γενική Κλήση του πληρώματος στην πρύμνη του πλοίου.
Μόνο οι απαραίτητες βάρδιες στη Γέφυρα και στη Μηχανή λείπουν. Όλοι οι άλλοι τρέχουν εκεί.
Ο κυβερνήτης βγάζει τα γυαλιά του και περπατάει μπροστά από τις σειρές του παρατεταγμένου πληρώματος κοιτάζοντας όλους έναν έναν στα μάτια.
Πολύ λίγοι χαμηλώνουν το βλέμμα τους...
Στέκεται στο κέντρο της πρύμης και λέει:
«Αυτή τη στιγμή, αξιωματικοί του Ναυτικού εν ενεργεία, συνάδελφοί μας, βασανίζονται στις Φυλακές της ΕΣΑ από την κλίκα ιδιοτελών αξιωματικών του στρατού οι οποίοι, από εξαετίας και πλέον, χρησιμοποιώντας τα όπλα που τους εμπιστεύτηκε ο ελληνικός λαός, κατέλαβαν την εξουσία για να εξυπηρετήσουν σκοπούς ξένων δυνάμεων.
Η χούντα προσπαθεί να κρύψει το μέγεθος της εξέγερσης του Ναυτικού.
Γι αυτό, αυτή τη στιγμή, φεύγουμε από τη Μοίρα του ΝΑΤΟ και κατευθυνόμαστε προς την Ιταλία όπου θα αποβιβαστώ και θα ζητήσω πολιτικό άσυλο για να αποκαλύψω την αλήθεια.
Ζήτω το Έθνος! Ζήτω η Δημοκρατία! Ζήτω το Πολεμικό Ναυτικό!"
"Ζήτω" κραύγασε ξεσπώντας και το πλήρωμα.
"Ζήτω και ο Βασιλεύς!" ακούγεται καθυστερημένα από κάποιον αξιωματικό.
"Ναι, ζήτω κι αυτός" του απαντάει ο Παππάς.

Οι ζητωκραυγές με τις οποίες το πλήρωμα απάντησε στα λόγια του κυβερνήτη επιβεβαίωσαν αυτό που σε λίγο θα μάθαινε και η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του ΝΑΤΟ.
Ότι σύσσωμο το Ναυτικό ήταν στο πλευρό του κινήματος και εναντίον του καθεστώτος. Γιατί, δεν ήταν διαφορετικό το πλήρωμα του ΒΕΛΟΣ από τα άλλα πληρώματα ούτε είχε επιλεγεί διαφορετικά.
Ούτε καν είχε μυηθεί η πλειονότητα των ανδρών του στο Κίνημα.
Οι οποίοι, βουρκωμένοι οι πιο πολλοί, βάλθηκαν να πετάξουν στη Μεσόγειο οτιδήποτε είχε σχέση με τη χούντα. Από τα σπίρτα με το πουλί της 'Επανάστασης' μέχρι τους θυρεούς με τον 'φλεγόμενο φαντάρο'.
Οι ελάχιστοι που, εκόντες άκοντες, δεν συμφωνούσαν, σιώπησαν και αποτραβήχτηκαν στις γωνιές τους.

Και ενώ το αυθόρμητο πανηγύρι καλά κρατούσε στο πλοίο, αυτό έστρεφε προς τις ακτές της Ιταλίας και από τον ασύρματό του εξέπεμπε στην Αγγλική γλώσσα το ακόλουθο σήμα προς τον Αρχηγό των Δυνάμεων του ΝΑΤΟ στρατηγό Γουντπάστερ αλλά και τον Διοικητή της Μοίρας των συμπλεόντων.
«Πιστοί στη συμμαχία και στον πολιτισμό των λαών μας ο οποίος έχει θεμελιωθεί επί των αρχών της δημοκρατίας, της προσωπικής ελευθερίας και του σεβασμού των νόμων, όλοι οι αξιωματικοί και το πλήρωμα (270 άνδρες) του πλοίου μου, ως ένας άνθρωπος, πιστοί στον δοθέντα όρκο μας, με βαθύτατη λύπη εγκαταλείπουμε τις ασκήσεις.
Με τη συμπάθεια ολόκληρου του ελεύθερου κόσμου θα παλέψουμε για να επαναφέρουμε τη δημοκρατία στην Ελλάδα.
Σας είναι πολύ καλά γνωστό και ιδιαιτέρως στους Αμερικανούς ότι μια συμμορία ιδιοτελών αξιωματικών επέβαλε στην Ελλάδα μια απάνθρωπη και μισητή δικτατορία προ έξη και πλέον ετών.
Η σημερινή εξέγερση του Ναυτικού ανταποκρίνεται στα αισθήματα ολόκληρου του λαού της χώρας μας.
Ο ελεύθερος κόσμος και ιδιαιτέρως οι χώρες του ΝΑΤΟ πρέπει να αντιληφθούν και τη διάβρωση και την καταστροφή των ενόπλων δυνάμεων στις οποίες στηρίζεται η άμυνα της νοτιοανατολικής πτέρυγας.
Σκεφθείτε ότι αυτή τη στιγμή αξιωματικοί εν ενεργεία έχουν συλληφθεί και υφίστανται ταπεινώσεις και κακομεταχείριση από άλλους αξιωματικούς και στρατιώτες στης Στρατιωτικής Αστυνομίας.»

Ο Διοικητής της Μοίρας των πλοίων, ο Τούρκος Πλοίαρχος Μπιρέν, μόλις πήρε το σήμα απάντησε: «GOOD LUCK Nick» (Καλή Τύχη Νίκο!)
Ο Διοικητής του ΝΑΤΟ, βεβαίως, δεν απάντησε ποτέ.

Ενώ το ΒΕΛΟΣ έπλεε προς το Φιουμιτσίνο, ένα πολύ μικρό λιμάνι -επίνειο- της Ρώμης, το πλήρωμα έδειχνε με κάθε τρόπο τη συμπαράστασή του στον Κυβερνήτη με αποκορύφωμα την επιθυμία ΟΛΩΝ να τον ακολουθήσουν στο άγνωστο και να αγωνιστούν μαζί του. Δημιουργήθηκε ένας πρόχειρος κατάλογος στον οποίο καταγράφονταν τα ονόματα αυτών που ήθελαν να τον ακολουθήσουν.
Το πλοίο είχε 270 αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ναύτες. Κάποια στιγμή, ο Αντιπλοίαρχος Παππάς μπαίνει στο καρέ αξιωματικών, αντιλαμβάνεται τον κατάλογο και, βλέποντας ότι ο αριθμός είχε φτάσει ήδη τους 180, εμφανώς συγκινημένος, καλεί όλους τους αξιωματικούς και τους λέει:
«Με τιμά η αφοσίωση του πληρώματος, αλλά, είναι αδύνατο να δεχτώ κάτι τέτοιο για πολλούς λόγους.
Πρώτον, δεν θα εγκαταλείψουμε το πλοίο στους Ιταλούς. Αυτό θα ήταν προδοσία του λαού που μας το εμπιστεύτηκε.
Θα παραδώσω κανονικά τα καθήκοντα του κυβερνήτη, όπως προβλέπουν οι Διατάξεις του Ναυτικού στον Ύπαρχο του πλοίου που είναι και έμπειρος και ικανός καθ’ όλα να τα ασκήσει, και θα γυρίσετε στην πατρίδα.
Δεύτερον, όσοι είναι παντρεμένοι, θα γυρίσουν στις οικογένειές τους για να μη ταλαιπωρηθούν κι αυτές από εκδικητικές ενέργειες.
Τρίτον, κανένας στρατευμένος δεν θα έρθει μαζί μου. Σε λίγους μήνες που σταδιακά απολύονται, οι στρατευμένοι θα διασκορπιστούν σ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας, απ’ όπου κατάγονται, και θα περιγράφουν τα όσα είδαν στο πλοίο, άρα το όφελος θα είναι μεγαλύτερο.
Τέταρτον, σκοπός μου είναι να ζητήσω πολιτικό άσυλο στην Ιταλία και να μπορέσω να παραβρεθώ στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ που γίνεται τον Ιούνιο στην Κοπεγχάγη για να αποκαλύψω το μέγεθος του Κινήματος του Ναυτικού. Θα είναι πολύ δύσκολος ο συντονισμός και η διαχείριση μιας μεγάλης ομάδας ανθρώπων σε ένα περιβάλλον που μας είναι παντελώς άγνωστο και απρόβλεπτο.
Το ιδανικό θα ήταν να κινηθώ μόνος μου και με απόλυτη ελευθερία. Σέβομαι, όμως, και την επιθυμία σας να με ακολουθήσετε.
Γι αυτό, κατ’ αρχή παρακαλώ, και διατάζω, να περιορίσετε τον αριθμό στο ελάχιστο δυνατό, και μόνο με μόνιμους, και χωρίς οικογενειακές υποχρεώσεις.
Για ό,τι έχει γίνει μέχρι τώρα, για ό,τι και κι αν σας κατηγορήσουν επιστρέφοντες, αναλαμβάνω προσωπικά την ευθύνη κι εσείς να επικαλεστείτε τη Διαταγή Κυβερνήτου για οτιδήποτε κι αν προσπαθήσουν να σας καταλογίσουν.»

Τρεις ώρες μετά την αποχώρηση από τη Νατοϊκή Δύναμη και από την εκπομπή του Σήματος, το Αντιτορπιλικό ΒΕΛΟΣ, στις έξη το απόγευμα, με δύο μόνο Σημαιοφόρους Μάχιμους στη Γέφυρα (σημ: Προς τον Καιρό Γ.Τετράδη, ο ένας ήταν ο 'συμπιλιαρδιστής' σου Κ.Ματαράγκας) αγκυροβολεί ενάμισι μίλι έξω από το Φιουμιτσίνο.
Κάλμα μπουνάτσα, υγρασία και ερημιά.

5. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Α/Τ ΒΕΛΟΣ 3


25 Μαΐου 1973, απόγευμα, το ΒΕΛΟΣ αγκυροβολεί λίγο έξω από το λιμάνι του Φιουμιτσίνο. Κάλμα μπουνάτσα, υγρασία και ερημιά.

Παρένθεση. Στο τρίωρο που πέρασε από την εκπομπή του Σήματος αποχώρησης μέχρι και την αγκυροβολία του ΒΕΛΟΣ στο Φιουμιτσίνο, τα γεγονότα ήταν καταιγιστικά από τη στιγμή που το χαρτί ξετυλιγόταν στα τηλέτυπα του ΝΑΤΟ και, φυσικά, των Αρχηγείων όλων των κρατών μελών του. Η χούντα αιφνιδιάζεται. Είχε τσεκαρισμένο τον Παππά για δικό της… Υποψιάζονται ακόμα και ανταρσία από το πλήρωμα σε βάρος του. Συνεγείρεται όλο το σύστημα και αποστέλλεται αίτημα προς όλα τα κράτη μέλη του ΝΑΤΟ για άμεση σύλληψη οποιουδήποτε ‘λιποτάκτη στασιαστή’ αποβιβαζόταν σε συμμαχικό έδαφος.
Ιδιαίτερο πανικό προκαλεί μια πληροφορία ότι το ΒΕΛΟΣ κατευθύνεται στη …Λιβύη!
Το νέο διαρρέει στον διεθνή Τύπο από το Στρατηγείο του ΝΑΤΟ και, φυσικά, προκαλεί τεράστιο δημοσιογραφικό ενδιαφέρον με πρώτο και καίριο ερώτημα ‘ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΕΛΟΣ;’
Οι Ιταλικές Αρχές συνεγείρονται κι αυτές και, συν τω χρόνω, ειδοποιούνται όλα τα Λιμεναρχεία και οι άλλες Αρχές να έχουν το νού τους. Το ίδιο συμβαίνει σε όλα τα Μεσογειακά παράλια.
Εν αγνοία της φουρτούνας που ξεσήκωσε στη στεριά, το ΒΕΛΟΣ πλέει σε γιορταστική ατμόσφαιρα προς το Φιουμιτσίνο. Κλείνει η παρένθεση.

Κάλμα μπουνάτσα, υγρασία και ερημιά. Και απέραντη άμμος στις εκβολές του ποταμού Τίβερη όπου βρίσκεται το μικρό λιμάνι, μια τεχνητή μακρόστενη λεκάνη που μπορεί να δεχθεί μόνο κάποια μικρά μοτορσιπ.
(Προφανώς δεν είχε κινητοποιηθεί ακόμα ο Ιταλικός μηχανισμός για να ελέγχουν τα πάντα, και το μικρό λιμάνι δεν ήταν, στις Ιταλικές εκτιμήσεις, στα πιθανά σημεία προσέγγισης του ΒΕΛΟΣ. Εξ άλλου κανείς δεν γνώριζε ακόμα τη θέση του και τις προθέσεις του.)

Μετά την αγκυροβολία, μαζευόμαστε στο καρέ Αξιωματικών. Τώρα τι κάνουμε;
Ο κυβερνήτης αναρωτιέται αν θα ήταν σκόπιμο να μιλήσουμε στη συχνότητα του Λιμεναρχείου του Φιουμιτσίνο.
‘Αλλά, όχι,’ καταλήγει. ‘Πρώτα να ειδοποιήσουμε τους δημοσιογράφους’.
Το βλέμμα του περιφέρεται στους παρευρισκόμενους και σταματάει σε μένα. ‘Σημαιοφόρε, μια που μιλάς καλά τα Αγγλικά, θα βγεις έξω και θα ειδοποιήσεις τους δημοσιογράφους να είναι εδώ αύριο το πρωί στις 8 για συνέντευξη Τύπου του Κυβερνήτη, κατάλαβες; Κι αφού μιλήσεις με τους δημοσιογράφους, πάρε τηλέφωνο και τη γυναίκα μου (μου δίνει κι ένα χαρτί) και πες της ότι δεν ξέρω πότε θα γυρίσω’.
‘Μάλιστα κύριε Κυβερνήτα’.
Πολλά ερωτηματικά στο μυαλό μου. Μάλιστα; Ποιους δημοσιογράφους; Από πού να τηλεφωνήσω; Έξω, πώς; Αν με ρωτήσει κανείς λιμενικός ή αστυνομικός από πούθε ξεφύτρωσα τι θα του πω; Πού θ’ αλλάξω τα δολάρια σε λιρέτες; Τι έχει εδώ έξω στην ερημιά; Αν έχει τηλεφωνικό θάλαμο πού θα βρω τα κωλοτζετόνια (ειδικά νομίσματα) που παίρνουν;
Τι θα πω στη γυναίκα του; Να πάρω και τους δικούς μου;
Χίλια ερωτηματικά στο μυαλό μου, εκτός, πάντως, από οποιαδήποτε σκέψη για κίνδυνο να με συλλάβουν γιατί δεν ήξερα, όπως και κανένας μας, το τι γινόταν στο μεταξύ σε όλη τη Μεσόγειο.
Εν τω μεταξύ, να σου όλοι να θέλουν να ειδοποιήσουν τη γυναίκα τους, τη μάνα τους, το σόι τους. Σημαιοφόρε πάρε κι αυτό, πάρε και τούτο, πάρε και το άλλο, έπηξα στα χαρτάκια με τηλέφωνα, οπότε με ανακούφιση άκουσα δυο συμμαθητές μου, τον Κώστα και τον Γιώργο να ρωτούν τον Κυβερνήτη ‘να πάμε μαζί του κύριε Κυβερνήτα;’ ‘Να πάτε, ρε Σημαιοφόρια, θα σας βγάλει η βάρκα σε ένα απομονωμένο σημείο, έξω από το λιμάνι, το σούρουπο και φροντίστε μη πέσετε σε κανέναν περίεργο αστυνομικό. Θα βρείτε κανένα τηλέφωνο σε καμμιά καφετέρια σίγουρα’.
‘Μάλιστα κύριε Κυβερνήτα’

Λέμβαρχος στην πετρελαιάκατο ο Δόκιμος Κελευστής Ασημίνας. Νεότερος από μας. Στα 19 του, Βοηθός Ναυκλήρου.
Αφού μαζέψαμε αρκετά δολάρια (ο μήνας στο εξωτερικό πληρωνόταν σε δολάρια), βρήκαμε και τζετόνια (από κάποιους που τα κράτησαν από το ταξίδι του Οκτωβρίου!), μπαίνουμε στη βάρκα με πολιτικά ρούχα και κατευθυνόμαστε προς τη στεριά μακριά από την μπούκα του λιμανιού.
Αμ, δε. Εκατό μέτρα από την αμμουδιά, η βάρκα ακουμπά στον βυθό. Τα νερά στις εκβολές του ποταμού είναι ρηχά. Προσπαθούμε αλλού, τα ίδια.
‘’Αι σιχτήρ , ρε Ασημίνα, πήγαινέ μας στη μπούκα του λιμανιού να σαλτάρουμε άκρη άκρη’. Κι έτσι έγινε. Μπαίνοντας στην αρχή της μακρόστενης λεκάνης πλησιάζουμε τα πρώτα πέτρινα σκαλιά στην αριστερή πλευρά της που είναι άδεια και σαλτάρουμε έξω. ‘Ασημίνα, θα είσαι εδώ ακριβώς στις 11 κι αν δεν είμαστε θα φύγεις και θα ξανάρθεις ακριβώς στις 12. Κατάλαβες;’ ‘Κατάλαβα’.
Κατοπτεύουμε το λιμάνι. Στη δεξιά πλευρά, τρία μότορσιπ –τα δύο με σημαία Ελληνική. Στο τέλος της λεκάνης δεξιά, ένα μικρό κτίριο με πινακίδα και σημαία Ιταλική. Το Λιμεναρχείο μάλλον, αλλά νέκρα. Κανείς άνθρωπος στον οπτικό μας ορίζοντα. Μόνο ένα μικρό οίκημα με δυο καρέκλες απ΄έξω και ένα αυτοκίνητο μπροστά του.
Πλησιάζουμε. Ένα καφέ μπαρ, ο Θεός να το κάνει! Μπαίνουμε μέσα. Ο καφεμπάρμαν και ένας ακόμη στο φλίπερ του μαγαζιού να βλαστημάει στα Ιταλικά.
‘Μπονασέρα, ουν τελέφονο περ κορτεζία’ ρωτάω και ο μπάρμαν ευγενέστατος μου δείχνει τον τοίχο. Τώρα πού παίρνουν; Κάτω από το τηλέφωνο κείτεται τηλεφωνικός κατάλογος που έχει υποστεί τη μανία πολλών μεθυσμένων ναυτικών. Παίρνω τον μισό εγώ, τον άλλον μισό οι άλλοι δυό ‘εγώ ψάχνω Ασσοσιέτεντ, εσείς ψάξτε Ρόιτερ’, ‘πώς γράφεται το Ρόιτερ;’, ‘Με ρ ρε χαμένε’, ‘Να το, Ασσοσιέιτεντ, το βρήκα, ρίξε τζετόνι’.
‘Ασοσσιέιτεντ μπουονασέρα’ απαντά η τηλεφωνήτρια. ‘ντου γιου σπικ Ινγκλις;’ Ρωτάω. ‘Νον πάρλο Ινγκλέσε μι ντισπιάτσε’ μου απαντάει οπότε επιστρατεύω όσα μου είχαν μείνει από τη συνεργασία με τα Ιταλικά πλοία στις Ασκήσεις ‘ιο σόνο ουφιτσιάλε ντελα μαρίνα μιλιτάρε Γκρέκα’, ‘Αααα’ κάνει η κοπελιά λες και περίμενε αυτό το τηλεφώνημα και με περνάει σ’ ένα άψογα Αγγλομαθή στον οποίο και ανακοινώνω ότι αύριο το πρωί ο κυβερνήτης του ΒΕΛΟΣ θα δώσει συνέντευξη Τύπου πάνω στο πλοίο ανοιχτά του Φιουμιτσίνο. Αυτός θέλει να μου πιάσει την κουβέντα ρωτάει τι και πώς αλλά εμείς βιαζόμαστε. Το κλείνω. Κάτσε να πάρουμε τη γυναίκα του καπετάνιου. Τζίφος. Το τηλέφωνο δεν παίρνει υπεραστικά. Ρωτάμε τον μπάρμαν ‘ιντερνατσιονάλε;’, ‘Αλ αεροπόρτο’ μας λέει. Ποιό αεροπόρτο ρε γαμώ το; Εκείνη την ώρα, ο τύπος στο φλίπερ το βροντάει με δύναμη γιατί προφανώς του έφαγε την τελευταία μπίλια και ανοίγει την πόρτα. Κάτι του λέει ο μπάρμαν, γυρίζει αυτός και με σπαστά Αγγλικά μας λέει ότι πάει στη Ρώμη και μπορεί να μας πάρει μέχρι το αεροδρόμιο του Φιουμιτσίνο που ήταν κοντά αλλά εμείς δεν το είχαμε ακούσει ποτέ βέβαια. Λαχείο. Μπαίνουμε στο Φίατ και σε δέκα λεπτά μας ξεφορτώνει στο αεροδρόμιο.
Χλιδή και πολυτέλεια. Και πολυκοσμία. Βρίσκουμε κάτι θαλάμους, μπαίνουμε μέσα αλλά κι εδώ τζίφος. Η Ιταλία το 73, τηλεφωνικά ήταν στη λίθινη εποχή! Ρωτάμε στις πληροφορίες και μας λένε ότι για διεθνείς κλήσεις πρέπει να περάσουμε στην αφορολόγητη περιοχή, μετά τους ελέγχους διαβατηρίων για διεθνείς πτήσεις. Τώρα μάλιστα. Και πώς περνούν τους καραμπινιέρους με τα αυτόματα; Ούτε εισιτήρια, ούτε διαβατήρια είχαμε. Είχαμε, όμως, ...τον Άγιο Νικόλα και το θράσος των εικοσιδυό χρόνων. Πλησιάζω ένα καραμπινιέρο και του δείχνω την υπηρεσιακή μου ταυτότητα (λόγω ΝΑΤΟ η πίσω πλευρά της ήταν γραμμένη και στα Αγγλικά) και του λέω στην Αγγλοϊταλική άπταιστη γλώσσα ‘είμαστε αξιωματικοί του ΝΑΤΟ και πρέπει να κάνουμε επείγοντα υπηρεσιακά τηλεφωνήματα'. Όχι μόνο μας άφησε να περάσουμε αλλά στήθηκε και έξω από τους τρεις θαλάμους για να μη μας ενοχλεί κανείς. Να ναι καλά ο άνθρωπος.
Αφού πήραμε όλα τα τηλέφωνα παραγγελιές (θα άξιζε ένα μικρό βιβλίο με το τι ειπώθηκε στα τηλεφωνήματα αυτά -ιδιαιτέρως συγκινητικά και αισιόδοξα, εδώ δεν φτάνει ο χώρος)
πληρώσαμε σε δολάρια την υπάλληλο που μέτραγε τις μονάδες, ευχαρίστησα τον καραμπινιέρο - φύλακά μας και αναζητήσαμε ταξί. Η γυναίκα του κυβερνήτη μου είπε να τον πληροφορήσω ότι μόλις την είχε πάρει κάποιος μυημένος στο Κίνημα και της είπε ότι γίνονται μαζικές συλλήψεις αξιωματικών του Ναυτικού αλλά και της Αεροπορίας, ενώ τανκς είχαν βγει στους διαδρόμους αεροδρομίων.
Το ταξί μας άφησε έξω από το μπαρ στο λιμάνι του Φιουμιτσίνο στις δέκα και μισή το βράδυ. Το μπαράκι ήταν γεμάτο ναυτικούς, θορυβώδεις και μπεκροπίνοντες. Έτσι, θεωρήσαμε καλό να πάμε στα σκαλάκια και να κουρνιάσουμε περιμένοντας τον Ασημίνα με τη βάρκα στις έντεκα ακριβώς.
Δεν ξέραμε ότι οι δημοσιογράφοι ψάχνοντας και ρωτώντας τις ιταλικές αρχές αν ξέρουν τίποτα για να διασταυρώσουν την αξιοπιστία του τηλεφωνήματος, είχαν διαρρεύσει την είδηση ότι το ΒΕΛΟΣ είναι στο Φιουμιτσίνο και ο Λιμενάρχης είχε πάει ήδη με μια βάρκα στο πλοίο όπου ο Παππάς του υπέβαλε το αίτημα για πολιτικό άσυλο. Ο Λιμενάρχης του είπε ότι θα μεταβιβάσει το αίτημα στο Υπουργείο Εσωτερικών και στο μεταξύ απαγορεύεται η έξοδος οιουδήποτε στη στεριά γιατί θα συλληφθεί και θα απελαθεί αμέσως στην Ελλάδα. ‘Ναι’, του λέει ο Παππάς ‘αλλά ήδη τρεις αξιωματικοί μου είναι έξω για να ειδοποιήσουν τον Τύπο’. ‘Λυπάμαι’ απάντησε ο Λιμενάρχης κι έσπευσε να βρει τους …λαθρολιποτάκτες. Ευτυχώς που ο μπάρμαν του είπε ότι ήμασταν στο αεροδρόμιο.
Αγνοούντες πάλι εμείς το τι γινόταν, καθόμασταν κουρνιασμένοι χαμηλά στα σκαλιά του προβλήτα, όταν μέσα στο σκοτάδι ένα αυτοκίνητο σταμάτησε σχεδόν δίπλα μας και ένας μεσήλικας με πολιτικά μας ρώτησε στα Αγγλικά αν είμαστε Έλληνες Αξιωματικοί. Του απάντησα κι εγώ ‘Γιατί; Είσαι περίεργος;’ Αυτός χαμογέλασε και μπήκε στο αυτοκίνητο κι έφυγε. Μάλλον δημοσιογράφος που κατέβηκε να επιβεβαιώσει.
Πάνω που απορούσαμε τι ήταν ο τύπος, στις 11 παρά πέντε, μια φάλαγγα έξη – εφτά περιπολικών με τις σειρήνες στο φουλ μπουκάρουν στο λιμάνι με ιλιγγιώδη ταχύτητα και ορμούν στη δεξιά πλευρά του λιμανιού –εκεί που ήταν τα ελληνικά μότορσιπ- δεκάδες αστυνομικοί με φακούς και προβολείς ψάχνουν τον απέναντι προβλήτα και ανεβαίνουν και στα ελληνικά πλοία (λογικά εκτίμησαν ότι θα πηγαίναμε εκεί – εξήγηση κατόπιν εορτής γιατί μέχρι τότε δεν ξέραμε γιατί), έντεκα παρά τέσσερα ακούμε στο βάθος τη βάρκα μας να πλησιάζει αργά-αργά, βασανιστικά αργά, ακριβής ο Ασημίνας στην εκτέλεση της διαταγής για άφιξη στις έντεκα- και τις πόρτες των περιπολικών να κλείνουν με δύναμη και αυτά να σπινάρουν κατά μήκος του δεξιού προβλήτα στρίβοντας μετά προς τη θέση μας. Έντεκα παρά ένα η βάρκα μας είναι τέσσερα πέντε μέτρα από τα σκαλιά, ένα περιπολικό στριγκλίζει φρενάροντας δίπλα μας και ο φίλος μου ο Κώστας σπάζει κάθε ρεκόρ άλματος άνευ φοράς σαλτάροντας στη βάρκα τη στιγμή που ο καραμπινιέρος με το φακό στο χέρι μας φώναζε ‘φέρματι’ ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Ακολουθεί και ο Γιώργος και πηδάω κι εγώ σπρώχνοντας τη βάρκα μακρυά από τον προβλήτα. ‘Τι θέλουν οι μαλάκες;’ Αναρωτιόμαστε φωναχτά, ο Κώστας μπήγει τη σημαία της βάρκας στη πρυμνιά της βάση, ‘ελληνικό’ το έδαφος τώρα ‘πάρτε τα #$%^δια μας’, ανακούφιση. Στη δεύτερη ανάσα, δυό θηριώδη κρις κραφτ μας λούζουν με τους προβολείς τους και ναύτες μας σημαδεύουν με αυτόματα, ο Γιώργος παίρνει τον προβολέα της βάρκας και στραβώνει τους Ιταλούς εναλλάξ ενώ ο Κώστας αρπάζει το πιστόλι των φωτοβολίδων και το στρέφει προς το μέρος τους… Και ο Ασημίνας φουλάρει ταχύτητα για το ΒΕΛΟΣ. Ε, ρε, νιάτα!
‘Μα τι στο διάολο συμβαίνει;’ Ξανααναρωτιόμαστε ‘ρε σείς, τουλάχιστον να ειδοποιήσουμε ότι τηλεφωνήσαμε’ λέω και παίρνω τον άλτη (φορητός προβολέας σημάτων - εκείνη την εποχή τα φορητά Βι-έιτς-εφ σπανίζουν!) και σημαδεύω τη γέφυρα του ΒΕΛΟΣ. Ευτυχώς, οι Σηματωροί είναι σε εγρήγορση. Με Μορς αναφέρω ‘αποστολή εκτελέστηκε, Ιταλοί μας κυνηγούν’.
Προς ανακούφισή μας ο προβολέας του πλοίου μας απαντά ‘Ελήφθη’.
Οι Ιταλοί Λιμενοφύλακες γνώριζαν φαίνεται από Διεθνές Ναυτικό Δίκαιο κι έτσι δεν αποπειράθηκαν να παρεμποδίσουν τη βάρκα και να μας συλλάβουν. Απλά μας συνόδεψαν 'φωταγωγημένους' μέχρι το πλοίο.
Μπαίνουμε στο καρέ. Ένας μόνο αξιωματικός ο Νικόλας ο Ζησιμόπουλος –δυό τάξεις μεγαλύτερος- μας περιμένει.
‘Άντε ρε παιδιά μας κόπηκαν τα πόδια. Ο καπετάνιος είπε στον Λιμενάρχη ότι είστε έξω κι αυτός του είπε ότι έχει διαταγή να συλλάβει όποιον βρει σε Ιταλικό έδαφος. Τώρα πήγε για ύπνο αφού του είπαν από τη γέφυρα ότι στείλατε σήμα με τον οπτικό’
Και μετά μας εξήγησε τις λεπτομέρειες.
Και τότε κόπηκαν τα δικά μας πόδια.

6. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Α/Τ ΒΕΛΟΣ 4







'Τώρα πήγε για ύπνο αφού του είπαν από τη γέφυρα ότι στείλατε σήμα με τον οπτικό’
Και μετά μας εξήγησε τις λεπτομέρειες.
Και τότε κόπηκαν τα δικά μας πόδια.

Ξημερώνει η 26η Μαΐου 1973
Δεν έκλεισα μάτι χτες το βράδυ. Καλύτερα να μη μας έλεγε ο Αρκούδης (Νικόλας Ζησιμόπουλος) τι έγινε όσο λείπαμε έξω. Υπερένταση.

Και πού να ξέραμε τι γίνεται αυτή τη νύχτα, όσο όλοι, εξαντλημένοι από την ένταση της ημέρας, κοιμόντουσαν τον ύπνο του Δικαίου (στην κυριολεξία!).

Παρένθεση πάλι λοιπόν.
Αφού επιβεβαιώθηκε λίγο πριν τις έντεκα το βράδυ ότι το ΒΕΛΟΣ είναι στο Φιουμιτσίνο, οι δημοσιογράφοι φρόντισαν να το διαλαλήσουν στον Κόσμο. Το BBC, η Ντώιτσε Βέλλε, το Παρίσι, έβγαλαν έκτακτα ‘ελληνικά’ δελτία ειδήσεων, και όλοι οι ραδιοσταθμοί και τηλεοπτικά κανάλια στην Ευρώπη άρχισαν να μεταδίδουν το γεγονός. Μέσα στη νύχτα λειτουργεί το σπασμένο τηλέφωνο σε πάρα πολλούς Έλληνες του εξωτερικού.
Μέσα στη νύχτα, λειτουργούν ακατάπαυστα και τα τηλέφωνα των Υπουργείων Εξωτερικών Ελλάδας και Ιταλίας με σταθερό αίτημα της πρώτης να μη γίνει δεκτό οποιοδήποτε αίτημα Πολιτικού Ασύλου, και να συλληφθεί και απελαθεί όποιος αποβιβαστεί στην Ιταλία.
Παράλληλα, μέσα στη νύχτα, η Χούντα διατάσσει πολλούς Έλληνες Αξιωματικούς του Ναυτικού που υπηρετούν σε Νατοϊκές Υπηρεσίες στην Ιταλία και σε γειτονικές πρεσβείες να σπεύσουν αμέσως στο Λιμεναρχείο του Φιουμιτσίνο με κάθε μέσο.
Η Ιταλική κυβέρνηση Αντρεότι από τη μια πιέζεται από την Ελλάδα και από την άλλη προβληματίζεται για το πώς θα αντιμετωπίσει μια πρωτόγνωρη κατάσταση σαν κι αυτή.
Κυριαρχούσα τάση είναι να συλληφθεί όποιος ζητήσει πολιτικό άσυλο και να απελαθεί στην Ελλάδα. Ετοιμάζεται χώρος στο στρατόπεδο προσφύγων στην Τεργέστη για να μεταφερθούν εκεί όσοι βγουν από το πλοίο μέχρι την διεκπεραίωση των νομικών διαδικασιών απόρριψης του αιτήματος και απέλασης.
Κλείνει η παρένθεση.

Στο ΒΕΛΟΣ, λοιπόν, όλοι, εξαντλημένοι από την ένταση της ημέρας, κοιμόντουσαν τον ύπνο του Δικαίου αγνοώντας τις ολονύκτιες εξελίξεις και διαβουλεύσεις της νύχτας.

Με το πρώτο φως, η κατάσταση στην περιοχή έχει αλλάξει. Σε ακτίνα ενός μιλίου από το πλοίο περιπολούν ταχύπλοα του Ιταλικού Λιμενικού, αποκλείοντας την προσέγγιση οποιουδήποτε, και από πάνω μας πετούν δυό-τρία ελαφρά αεροπλανάκια, πιθανόν με δημοσιογράφους.
Ενώ ενημερώνω τον Κυβερνήτη για τα χτεσινοαπογευματινά, ένα από τα κρις κραφτ που μας ‘συνόδεψε’ χτες το βράδυ πλησιάζει στην κλίμακα (σκάλα του πλοίου). Δίπλα στον Ιταλό Ναύτη στέκεται ένας Έλληνας ανώτατος αξιωματικός του Ναυτικού. Ο Αρχιπλοίαρχος Αρβανίτης. Σοβαρός, μάλλον ανέκφραστος, παραμένει στο κρις κραφτ και ζητάει από τον σκοπό στην κλίμακα να ειδοποιήσουν τον κυβερνήτη. Βγαίνουμε όλοι στο κατάστρωμα. Ο Παππάς χαιρετά τον Αρχιπλοίαρχο και αυτός του λέει
‘Νίκο, ο Λιμενάρχης μου είπε ότι ζήτησες άσυλο. Σκέψου το πάλι, ίσως δεν έχεις καλή ενημέρωση, μην παρασύρεις και μικρότερους.’
Ο Παππάς κατεβαίνει μερικά σκαλιά και κάτι λέει στον Αρχιπλοίαρχο ο οποίος κουνάει το κεφάλι του και λέει στον Ναύτη να φύγουν για το λιμάνι. Φεύγοντας χαιρετάει, φιλικά μου φάνηκε.
Σε λίγο άλλο κρις κραφτ, (αλήθεια πού βρέθηκαν τόσα πλωτά μέσα στη νύχτα; Δεν υπήρχε ούτε ένα όταν βγήκαμε χτες βράδυ εκτός από τα δυο που μας συνόδεψαν…) με έναν Έλληνα Αξιωματικό, τον Πλοίαρχο Χασιώτη, και έναν με πολιτικά, προσεγγίζει την κλίμακα.
Ο Παππάς είναι στο ‘φτερό’ της Γέφυρας ψηλά και τους κοιτάζει.
‘Κύριε Κυβερνήτα’ φωνάζει –τσιριχτά- αυτός με τα πολιτικά. ‘Είμαι ο πρεσβης στη Ρώμη, Ροκανάς, τι πάτε να κάνετε; Δεν έγινε τίποτα στην Ελλάδα. Κανείς δεν θα σας πειράξει. Τι πάτε να κάνετε;’
‘Κύριε Πρεσβευτά να πάτε έξω και να πείτε του Λιμενάρχη ότι περιμένω την απάντησή του για το Πολιτικό Άσυλο. Αν καθυστερήσει, παίρνω το καράβι και φεύγω. Και περιμένω και τους δημοσιογράφους για πρες κόνφερανς’
‘Μα είστε στα καλά σας; Έχουμε γίνει ρεζίλι διεθνώς, δεν θα έρθει ούτε ένας δημοσιογράφος, δεν θα τους επιτρέψουν, σας παρακαλώ, τουλάχιστον αφήστε με να μιλήσω στο πλήρωμα’ τσιρίζει ο πρέσβης.
Ένας αξιωματικός που ήταν στην Κλίμακα, κοιτάζοντας χαμογελαστός τον πρέσβη λέει δυνατά ‘μα αφήστε τον άνθρωπο κύριε Κυβερνήτα να έρθει επάνω και να μας μιλήσει’ οπότε ο πρέσβης μάλλον κατάλαβε ότι δεν ήταν και τόσο καλή η ιδέα του.
Ο αξιωματικός, δίπλα από τον πρεσβευτή κλείνει το μάτι στον Παππά και λέει στον Ιταλό Ναύτη να γυρίσουν στο λιμάνι.
‘Θα ξανάρθω’ φωνάζει ο πρέσβης. ‘Στο καλό’ του απαντούν εν χορώ όσοι ήταν στο δεξί κατάστρωμα.

Ο κυβερνήτης λέει στον Υπόλογο του Ασύρματου να επικοινωνήσει με το Λιμεναρχείο στις προβλεπόμενες διεθνείς συχνότητες. Δεν απαντάει.
Κατά τις δέκα, ξαναπλησιάζει το κρις κραφτ με τον πρέσβη. Άλλος αξιωματικός δίπλα του, ο Πλοίαρχος Λευκός.
Αμίλητος ο αξιωματικός, λαλίστατος ο πρέσβης, πριν φτάσει στην κλίμακα λέει στον Ιταλό να πλέει με μικρή ταχύτητα κοντά στο πλοίο και φωνάζει ‘δεν έγινε τίποτα, μη σας παρασύρει ο πλοίαρχός σας, το ψωμί εδώ έχει είκοσι δραχμές, πώς θα ζήσετε εδώ;, μη τον ακούτε…' Το κρις κραφτ σταματάει πάλι ανοιχτά από την κλίμακα. Ο Κυβερνήτης πετάει κεφάλι από τη γέφυρα και ρωτάει ‘έχετε τίποτα νεώτερο κύριε πρέσβη; Ή να πάρω το καράβι και να φύγω;’
‘Όχι, όχι, με διαβεβαίωσαν ότι θα δώσουν άσυλο σε σας αλλά πρέπει να έρθετε στο Λιμεναρχείο για τα τυπικά’
Όσοι αξιωματικοί ήμασταν παρόντες, με μια φωνή, φωνάξαμε στον πρέσβη ‘Όχι, ο Κυβερνήτης μας δεν θα πάει πουθενά μόνος του’ και γυρίζοντας προς τον κυβερνήτη ένας Υποπλοίαρχος λέει ‘κύριε Κυβερνήτα, να πάει κάποιος άλλος, βρωμάει η πρόταση του πρέσβη’, ‘Να, ο μικρός που ξέρει κι Αγγλικά καλά’. (!)
Ο κυβερνήτης γελάει κι από πάνω από τη γέφυρα λέει
‘Άντε μικρέ, σάλτα έξω και δες τι σκατά θέλει ο Λιμενάρχης’
Και πες του ότι θέλουμε έγγραφη διαβεβαίωση από το Υπουργείο Εσωτερικών για την παροχή Ασύλου γιατί αλλιώς, με το που πέσει ο ήλιος, αποπλέουμε!’
Έχει πάει έντεκα. Σαλτάρω στο κρις κραφτ που ξεκινάει για το λιμάνι. Ο πλοίαρχος Λευκός με κοιτάζει πλαγίως, εγώ τον ορίζοντα.
‘Είσαι ο;’
‘Σημαιοφόρος …..’
‘Τι θα κάνεις εσύ;’
‘θα ακολουθήσω τον Κυβερνήτη μου’
‘κι ο θειός σου το ίδιο θα έκανε, αγύριστο κεφάλι…’
(στο Πολεμικό Ναυτικό ήταν και ένας πρωτοξάδερφος του πατέρα μου –δεν είχα την τύχη να τον γνωρίσω γιατί πέθανε Πλοίαρχος στα 49 του ξαφνικά όταν έμπαινα εγώ στη Σχολή)
ήταν τα λόγια του με τον αντίχειρα σηκωμένο επιδοκιμαστικά από την πλευρά που δεν έβλεπε ο πρέσβης… (σημειώστε ότι οι αξιωματικοί που αναφέρθηκαν στο κρις κραφτ δεν ήταν μυημένοι στο Κίνημα του ναυτικού).
Ο πρέσβης πήρε τη σκυτάλη κι άρχισε να μου λέει πόσο ακριβή είναι η Ιταλία, και δεν έχει δουλειές και θα πεθάνουμε στην πείνα και διάφορα άλλα φαιδρά που τα αντιμετώπισα σιωπηλός, χαμογελαστός και κοιτώντας πάλι τον ορίζοντα.
Μπαίνοντας στη μπούκα του λιμανιού, έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Εκατοντάδες κόσμου με πλακάτ στα Ελληνικά και στα Ιταλικά ήταν παρατεταγμένοι στους προβλήτες και φώναζαν συνθήματα γιουχάροντας όποιον Έλληνα Αξιωματικό έβλεπαν να πηγαίνει προς το ΒΕΛΟΣ. (αργότερα μάθαμε ότι μέσα στη νύχτα κινητοποιήθηκαν πολλοί Έλληνες φοιτητές και εξόριστοι και κατάφεραν να βρεθούν εκεί εγκαίρως για συμπαράσταση. Μεταξύ τους ο Βασιλικός, ο Ζαμπέλης, ο Σηφουνάκης και άλλοι πολλοί)
Μπαίνοντας με τον πρέσβη στο Λιμεναρχείο, ένα μικρό οίκημα με δυό δωμάτια, βλέπω καμιά δεκαπενταριά Έλληνες Αξιωματικούς που δεν τους ήξερα –δεν είχαμε κλείσει χρόνο σαν αξιωματικοί εμείς οι μικρότεροι- που με κοιτούσαν μάλλον με …συμπόνια. Ένας από αυτούς, που είχε κάνει Διευθυντής Σπουδών στη Σχολή Δοκίμων και με αναγνώρισε, ήρθε και με χτύπησε πατρικά στην πλάτη.
‘Κι εσύ;’ Κι εγώ’ απάντησα και μπήκα στο Γραφείο του Λιμενάρχη κλείνοντας την πόρτα πριν μπεί ο πρέσβης που τον κοίταξα στα μάτια έντονα. Δεν μπήκε. Ο Λιμενάρχης, ένας σαραντάρης εξαντλημένος από την ολονυκτία και το τρέξιμο (όλη η Ιταλία στο κεφάλι του ήταν) με μισά Αγγλικά και μισά Ιταλικά μου έλεγε για ‘άσιλο πολίτικο’ και μού ‘δειχνε ένα χαρτί από τα τηλέτυπα με σφραγίδες και διάφορες τζίφρες. Στα Ιταλικά.
‘Νον καπίσκο νιέντε καπιτάνο’, του λέω, ‘ιο βόλιο κουέστο ιν Ινγκλις’. ‘Μα κε πόρκα μιζέρια, πόρκα απ’ αυτό, πόρκα απ’ εκείνο’ μίλαγε και γρήγορα, εγώ βράχος ‘κουέστο ιν Ίνγκλις!’. Πιάνει τα τηλέφωνα ο Λιμενάρχης –λίθινη τηλεπικοινωνιακή εποχή στην Ιταλία είπαμε- τέσσερις φορές είπε σε καθένα που του απαντούσε 'Μινιστέρο ντελ Ιντερνο' για να αρχίσει να λέει το πρόβλημα.
‘Μπένε, γκράτσιε’ λέει, και γυρνάει σε μένα. ‘Ασπετιάμο’ μου λέει στα Ιταλικά, ‘ό,τι πεις’ απαντάω στα Ελληνικά.
Επί είκοσι λεπτά του εξηγώ ότι είμαστε τριάντα, μου λέει ότι στις τρεις το μεσημέρι θα έρθουν δύο σκάφη της ακτοφυλακής να μας παραλάβουν από το ΒΕΛΟΣ. Κρατάω σημειώσεις. Σε λίγο το τηλέτυπο αρχίζει να βαράει. Νέο έγγραφο, στα Αγγλικά. Το τραβάει ο Λιμενάρχης και μου το δίνει. Το Υπουργείο Εσωτερικών με σφραγίδες, υπογραφές και όλα τα καλά ενός επίσημου εγγράφου διαβεβαιώνει ότι θα εξεταστεί ΘΕΤΙΚΑ το αίτημα για πολιτικό άσυλο όποιου επιθυμεί να το ζητήσει. Το βάζω στην τσέπη μου και ο Λιμενάρχης λέει ‘Ω, νο’ και μου το παίρνει. ‘Κόπι’ δεν υπήρχε δυνατότητα (δεν έβγαζε το τηλέτυπο – δεν υπήρχε φωτοαντιγραφικό!), σαφώς το χρειαζόταν, τον λυπήθηκα γιατί κατέρρεε από την κούραση, του λέω ‘βα μπένε’, του το δίνω και ‘αντιάμο τώρα αλα νάβε’. Γιατί πήγα εγώ που ήξερα Αγγλικά να συνεννοηθώ με τον λιμενάρχη που δεν ήξερε, δεν το κατάλαβα ποτέ!
Όταν ερχόμασταν εν μέσω κραυγών και συνθημάτων, για την δεκαπέντε μέτρων διαδρομή από τα σκαλιά στο Λιμεναρχείο χρειάστηκα δέκα δευτερόλεπτα. Όσο ήμουν μέσα, διέρρευσε η πληροφορία ότι ο μικρός που ήρθε πριν ήταν από το ΒΕΛΟΣ. Για να ξαναμπώ στο κρις κραφτ έκανα είκοσι λεπτά απ’ τη στιγμή που πάτησα το πόδι μου έξω από την πόρτα. Τέτοιες αγκαλιές και φιλιά και μπράβο και εύγε, δεν θες πολύ να βρεθείς …αλλού. Κι ο Ιταλός ο Ναύτης πήγε το κρις κράφτ στη μέση του λιμανιού και με ένα κόμβο ταχύτητα χαμογελώντας και απορώντας ποιος είναι αυτός ο πιτσιρικάς αξιωματικός που έχει ανοίξει τα χέρια του σαν τον Χριστό και αποθεώνεται από εκατοντάδες ανθρώπους…

Χρειάστηκε να πάει γρηγορότερα και να με χτυπήσει ο αέρας στο πρόσωπο για να προσγειωθώ στην πραγματικότητα.
Σε λίγο, σάλταρα στο πλοίο και έτρεχα στο δωμάτιο του Κυβερνήτη.

7. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Α/Τ ΒΕΛΟΣ 5





Χρειάστηκε να πάει γρηγορότερα και να με χτυπήσει ο αέρας στο πρόσωπο για να προσγειωθώ στην πραγματικότητα.
Σε λίγο, σάλταρα στο πλοίο και έτρεχα στο δωμάτιο του Κυβερνήτη.


‘Κύριε Κυβερνήτα, χαρτί δεν μπόρεσα να πάρω στα χέρια μου γιατί το τηλέτυπο έβγαζε ένα αντίγραφο και ο Λιμενάρχης το ήθελε για το Αρχείο του. Το ζήτησα στα Αγγλικά και είμαι σίγουρος ότι ήταν επίσημο έγγραφο. Αυτό που δεν είμαι σίγουρος είναι αν βεβαιώνει ότι θα δοθεί πολιτικό άσυλο γιατί έγραφε –κοιτάω τις σημειώσεις μου- το Υπουργείο Εσωτερικών διαβεβαιώνει ότι θα εξετάσει θετικά τυχόν αίτημα για πολιτικό άσυλο. Λίγο φλου μου ακούγεται. Τέλος πάντων. Στις τρεις θα έρθουν δυο περιπολικά της Ακτοφυλακής να μας παραλάβουν, α, και ξέχασα να σας πω, έξω γίνεται χαμός από κόσμο με πλακάτ και ζητωκραυγές.’
‘Ωραία, τράβα για προετοιμασία κι εσύ’ μου λέει και αρχίζει να γεμίζει μια βαλίτσα.
Κατεβαίνω στον Καπατζέ (στενόμακρο 5x1,5μ ‘δωμάτιο’ με έξη κρεβάτια, τρία –τρία το ένα πάνω στ’ άλλο, στην πλώρη του πλοίου πριν από το μπαλαούρο, κατάλληλο μόνο για …Σημαιοφόρους) και γεμίζω έναν ταξιδιωτικό σάκο με τα απαραίτητα.
(Αργότερα, έξω, θα ανακαλύψω στο σάκο και τη σημαία του πλοίου που μέχρι την αναχώρησή μας κυμάτιζε στο κατάρτι. Δεν θυμάμαι αν την κατέβασα εγώ ή κάποιος άλλος, αντικαθιστώντας την με μια καινούργια, πάντως την παλιά τη φυλάω εγώ με τις αναμνήσεις μου στο σεντούκι μέχρι τώρα. Μια που αποφάσισα να μοιραστώ αυτές τις αναμνήσεις, καιρός είναι να πάω και τη σημαία στο ΒΕΛΟΣ που, ως μουσείο, ξεκουράζεται στον Φλοίσβο, στο Φάληρο)

Ετοιμαζόμαστε και ξεκινούν οι αποχαιρετισμοί. Συγκινητικές σκηνές με όλους βουρκωμένους, οι μεγαλύτεροι με παραινέσεις να προσέχουμε, ο Ναύτης Κόχειλας, Ποριώτης, καμαρότος Κυβερνήτου να μας λέει να προσέχουμε τον Καπετάνιο, σιγά-σιγά μαζευόμαστε στο κατάστρωμα την ώρα που τα δυο σκάφη της Ιταλικής Ακτοφυλακής δένουν στην πλευρά του πλοίου.
Ο κατάλογος, σβήσε-γράψε, ξανασβήσε-ξαναγράψε, με συνεχείς επεμβάσεις του κυβερνήτη για να τηρηθούν οι αρχικές οδηγίες/επιθυμίες του, είχε σταθεροποιηθεί στον αριθμό 30. Ο Παππάς, έξη Σημαιοφόροι και εικοσιτρείς Υπαξιωματικοί. Επιβιβιβαζόμαστε χαιρετώντας τη σημαία και φιλώντας τη λαμαρίνα.
Τα μεγάφωνα ηχούν ‘Αναχώρηση Κυβερνήτου’ και ακολουθεί το σφύριγμα της τιμητικής ακινησίας. Ένας με στολή Ναύτη σαλτάρει μπροστά στον Κυβερνήτη. ‘Θα ‘ρθω κι εγώ αλλιώς θα κολυμπήσω μέχρι έξω’, λέει ο Εθελοντής Δίοπος Μηχανικός Γιώργος Μαντζάνας. Έτσι φεύγουμε τριανταένας.

Τα μεγάφωνα συνεχίζουν να σφυρίζουν τιμητικά. Η καμπάνα του πλοίου ηχεί μανιασμένα, η μπουρού μια στο βαθύ και μια στο στριγκό της,
και όλοι χαιρετούν σε στάση προσοχής, εμείς τη σημαία και το αγαπημένο μας πλοίο και αυτοί τον καπετάνιο τους και τους πιτσιρικάδες συντρόφους τους.
Ακίνητοι, βουρκωμένοι, αμίλητοι μέχρι που η φιγούρα του πλοίου σβήσει μέσα στην απογευματινή ομίχλη του Φιουμιτσίνο.

Και μετά ησυχία. Ο βόμβος της μηχανής του ταχύπλοου και κάποιες μύτες να ‘ρουφιούνται’. Σε λίγο γοεροί λυγμοί ακούγονται από το εσωτερικό του σκάφους.
‘Κάποιος έσπασε’, σκέφτομαι και κατεβαίνω τα δυο σκαλιά μαζί με τον Ζησιμόπουλο. Όντως, κάποιος έσπασε κι έκλαιγε με λυγμούς ενώ δυο υπαξιωματικοί μας προσπαθούσαν να τον παρηγορήσουν. Ήταν ο Ιταλός νεαρός κυβερνήτης του ταχύπλοου!

Η υποδοχή των 31 από τους συγκεντρωμένους στο λιμάνι ήταν ενθουσιώδης. Οι Ιταλοί είχαν ξεπεράσει το σοκ του πρωινού κι έτσι, ενώ το πλήθος είχε αυξηθεί ακόμα περισσότερο, είχαν καταφέρει να ανοίξουν κάποιο χώρο για την απιβίβασή μας και, εν μέσω δεκάδων καραμπινιέρων, ο Παππάς επιβιβάζεται σε αυτοκίνητο του Λιμεναρχείου, οι υπόλοιποι σε λεωφορείο των Καραμπινιέρων, τέσσερις μοτοσικλετιστές μπροστά, άλλοι τόσοι πίσω, περιπολικά με σειρήνες και υπό τα χειροκροτήματα του πλήθους η πομπή ξεκινάει για Ρώμη.
Μπαίνουμε σ’ ένα κτίριο που έγραφε QUESTURA. Η Εισαγγελία, προφανώς. Ένας ένας μπαίνουμε σε κάποιο από τα γραφεία, ευτυχώς οι ‘ανακριτικοί υπάλληλοι πολλοί’ και αφού λέμε τα τυπικά ‘ναι θέλω άσυλο κλπ’, ξαναμπαίνουμε στο λεωφορείο εμείς, στην κούρσα ο Παππάς, συνοδεία ένοπλη και γυρίζουμε προς Φιουμιτσίνο. Στη μέση της διαδρομής Ρώμη-Αεροδρόμιο είναι ένα MOTEL AGIP και τα αυτοκίνητα μπαίνουν φουριόζα στην πίσω αυλή του. Η είσοδος κλείνει από δύο ‘αύρες’ με πολυβόλα. Δεκάδες ένοπλοι καραμπινιέροι γύρω γύρω. Νύχτωσε.

8. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Α/Τ ΒΕΛΟΣ 6


...Στη μέση της διαδρομής Ρώμη-Αεροδρόμιο είναι ένα MOTEL AGIP και τα αυτοκίνητα μπαίνουν φουριόζα στην πίσω αυλή του. Η είσοδος κλείνει από δύο ‘αύρες’ με πολυβόλα. Δεκάδες ένοπλοι καραμπινιέροι γύρω γύρω. Νύχτωσε...


Τακτοποιούμαστε σε δωμάτια και μαζευόμαστε στο σαλόνι-τραπεζαρία. Ο Παππάς συνομιλεί με αξιωματικούς των καραμπινιέρων και κάποιους Ιταλούς με πολιτικά.
Τρώμε. Είχαμε ‘ξεχάσει’ να φάμε οτιδήποτε όλη μέρα.
Ο Κυβερνήτης μας ενημερώνει ότι εδώ μας φιλοξενεί το Ιταλικό Κράτος, είμαστε ελεύθεροι να μετακινούμαστε αλλά, δεν συνιστάται γιατί ήδη γίνονται απειλητικά τηλεφωνήματα και οι Ιταλοί δεν εγγυώνται την ασφάλειά μας έξω από τους χώρους του ξενοδοχείου. Συζητούμε για τη βασική θέση που πρέπει να λέμε αν μας ρωτούν οι δημοσιογράφοι. Καταλήγουμε στο ‘η ενέργειά μας πηγάζει από τις υποχρεώσεις του Όρκου μας να είμαστε πιστοί προς την Πατρίδα, το Σύνταγμα και τους Νόμους του Κράτους’. Μοιράζουμε καθήκοντα και, βεβαίως, ‘εσύ που ξέρεις καλά Αγγλικά, θα απαντάς στα τηλέφωνα’! Παράλληλα και …βοηθός Ταμία, του Νίκου Ζησιμόπουλου.
Μετά όλοι ορμούν στα τηλέφωνα και επικοινωνούν με τους δικούς τους. Ίσα που προλαβαίνω πριν αναλάβω ‘βάρδια’ τηλεφωνητή. Στις δέκα φορές που με ειδοποιούν από τη ρεσεψιόν, τα πέντε τηλεφωνήματα είναι από τους βαλτούς της χούντας ‘κουμούνια θα σας σφάξουμε στο γόνατο’, ‘προδότες θα πεθάνετε’, ‘αλήτες θα πνιγείτε στο αίμα σας’ και διάφορα άλλα που αντί να με φοβίσουν μάλλον μου αποκάλυπταν πολύ φοβισμένους ανθρώπους… Το ίδιο μου έλεγαν και οι υπόλοιποι όταν τους τα περιέγραφα.
Τα άλλα πέντε τηλεφωνήματα ήταν από δημοσιογράφους. Εκεί πήρα μια πρώτη γεύση του τι είναι καλή και τι είναι κακή δημοσιογραφία. Κρατούσα και σημειώσεις για το τι έλεγα και πού. Κι έλεγα τα ίδια βασικά πράγματα ‘η ενέργειά μας πηγάζει από μπλα μπλα, όχι δεν μιλήσαμε, ούτε είδαμε τον βασιλιά, ναι, θεωρούμε ότι η Συνταγματική Νομιμότητα εκφράζεται από τη Βασιλευόμενη Δημοκρατία’.
(Την άλλη μέρα, οι εκδοχές των λεγόμενών μου ήταν όσες και οι δημοσιογράφοι που τηλεφώνησαν… Από το ‘συναντήθηκε κρυφά ο Παππάς με τον Βασιλιά’, μέχρι ‘διαφωνία του Παππά με τον Βασιλιά’. Μανία και οι Ιταλοί να ψάχνουν πίσω απ’ την κουρτίνα…)
Πήγε τρεις τα ξημερώματα της Κυριακής 27 Μαΐου 1973.
Κοιμήθηκα επιτέλους.

Ανοίγει παρένθεση.
Το ΒΕΛΟΣ, μετά την αποβίβασή μας, πήρε διαταγή από τη χούντα να καταπλεύσει στη Γένοβα και να συνενωθεί πάλι με τη Νατοϊκή Δύναμη. Τελευταία της προσπάθεια να υποβαθμίσει το γεγονός. Πραγματικά, το πλοίο στις 27 Μαΐού καταπλέει στην Γένοβα, όπου επιβιβάζονται 65 αξιωματικοί και υπαξιωματικοί -στη θέση των 31- που πήγαν αεροπορικώς εκεί.
Όλη η νύχτα της 26ης Μαΐου, περνά με διαβουλεύσεις της χούντας με την κυβέρνηση Αντρεότι για τη σύλληψη και απέλασή μας. Αλλά όλη τη νύχτα, επίσης, γίνονται και άλλες διαβουλεύσεις και ενέργειες που θα αποδειχτούν καθοριστικές για την τύχη μας.
Οι δημοσιογράφοι αναδεικνύουν το ΒΕΛΟΣ ως το σοβαρότερο γεγονός της τότε συγκυρίας.
Η Αντιπολίτευση στην Ιταλία, σύσσωμη, τάσσεται υπέρ του να δοθεί πολιτικό Άσυλο στους 31 και οι Έλληνες του εξωτερικού πιέζουν όποιον μπορούν για να μην απελαθούμε.
Κλείνει η παρένθεση.

Το πρωινό ξεκινά με συγκέντρωση στην τραπεζαρία. Κάνουμε έναν πρόχειρο οικονομικό απολογισμό και βάζουμε ό,τι έχει ο καθένας σε κοινό ...ντουρβά. Ο καθένας κρατά μόνο χαρτζιλίκι για τα απαραίτητα τηλέφωνα και τα τσιγάρα του.
Η συνέχεια, καταιγιστική. Ο Παππάς επικοινωνεί με φίλους και γνωστούς (αδελφικός του φίλος ο Νίκος Βαρδινογιάννης -πρώην αξιωματικός του Π.Ν. κι αυτός- που θα έπαιζε σημαντικό ρόλο στο Κίνημα του Ναυτικού ανεφοδιάζοντας τα πλοία με τα πετρελαιοφόρα του) για να διερευνήσει τις δυνατότητες υποστήριξης και να οργανώσει και το απαραίτητο ταξίδι στην Κοπεγχάγη για τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ. Αλλά, πρώτα απ' όλα έπρεπε να εξασφαλιστεί το πολιτικό Άσυλο.


Ο ξενοδόχος μας φέρνει όλες τις Ιταλικές εφημερίδες. Πρωτοσέλιδο το ΒΕΛΟΣ και απαίτηση ΟΛΩΝ να γίνει δεκτό το αίτημά μας. Γράφουν και την εκδοχή της μεταφοράς μας στο στρατόπεδο προσφύγων της Τεργέστης. Τα τηλέφωνα για συνεντεύξεις 'αναμμένα' και τα τηλεφωνήματα των μπράβων της πρεσβείας ακόμα περισσότερα.
Αρχίζουν να έρχονται στο ξενοδοχείο Έλληνες που ζούν στη Ρώμη για να μας συμπαρασταθούν. Με συγκίνηση μας αγκαλιάζει ο απότακτος για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ λοχαγός Τσαγκρής που ήρθε από την Μπολώνια, όπου ζούσε οργανωμένος στο ΠΑΚ, για να μας παραδώσει λίγες χιλιάδες λιρέτες που μάζεψαν οι Έλληνες φοιτητές μεταξύ τους μόλις έμαθαν την 'ανταρσία' από το BBC...
Μικρό ποσό, τεράστια η ψυχολογική στήριξη, αυτόματα τα αντανακλαστικά των νέων.
Και όχι μόνο αυτών.
Το μεσημέρι εμφανίζεται ο πρώην Δήμαρχος Αθηναίων Πλυτάς που αναζητεί τον Παππά και του παραδίδει χίλιες λίρες Αγγλίας, ποσό αρκετά μεγάλο για να αγοράσουμε μια πολιτική φορεσιά για όλους και να μείνουν και στο Ταμείο. Αυτά ήταν προσωπικά του χρήματα. Τα έδωσε σε συνεννόηση με τους Έλληνες του Λονδίνου που του είπαν ότι θα μαζέψουν κι άλλα και θα μοιραστούν το 'κόστος'.
(Μετά από δύο μήνες, συναντήθηκα με τον Πλυτά στο σπίτι του στο Λονδίνο, ένα διαμέρισμα 30-40 τετραγωνικών που δεν έδειχνε καμιά ιδιαίτερη οικονομική ευρωστία του ενοίκου, το αντίθετο. Ε, όσο είδε αυτός να 'τσοντάρουν' οι πλούσιοι του Λονδίνου, άλλο τόσο είδαμε κι εμείς. Αλλά εμείς ήδη ήμασταν πλούσιοι. Σε νιάτα! Και ποτέ δεν ζητήσαμε από κανέναν χρήματα.)


Μαζί με τον Πλυτά, στο ξενοδοχείο εμφανίζεται και ο δικηγόρος Γιώργος Κουράτος, Κεφαλλονίτης, αυτοεξόριστος στη Ρώμη, που αναλαμβάνει εθελοντικά τη νομική συνδρομή στις απαιτούμενες διαδικασίες.
Καθοριστική η παρουσία και βοήθειά του όλο το διάστημα που παραμείναμε στην Ιταλία.

Σε λίγο, γινόμαστε ...32. Ο μόνιμος Κελευστής Διαχειριστής Κ.Κωστάκης που υπηρετεί σ' ένα Ελληνικό Ναρκαλιευτικό που βρίκεται για ασκήσεις στη La Spezia, μόλις ακούει τις ειδήσεις παίρνει το τρένο και 'παρουσιάζεται' στο Motel Agip!

Η μέρα περνά με συνεντεύξεις και συνάντηση με πολλούς Έλληνες, απλούς πολίτες, φοιτητές και αυτοεξόριστους. Δίνεται μια μεγάλη συνέντευξη στο σαλόνι του ξενοδοχείου με πολλούς δημοσιογράφους και τις κάμερες της Ιταλικής Τηλεόρασης. Η Σημαία μας στον τοίχο.


Ο Παππάς περιστοιχισμένος από τους άντρες του (μη ψάχνετε να με βρείτε, είμαι στα 'τηλέφωνα' μια και ξέρω καλά ...Αγγλικά!), επαναλαμβάνει την πίστη όλων στη Νομιμότητα, διευκρινίζει, αναλύει, αποκαλύπτει το μέγεθος του Κινήματος του Ναυτικού, ξεμπροστιάζει το ΝΑΤΟ παραθέτοντας τις αρχές του σε σχέση μ' αυτά που κάνει η χούντα και διαβεβαιώνει ότι η κίνησή του δεν εκφράζει μόνο την αντίθεση των Ενόπλων Δυνάμεων στη Δικτατορία αλλά, και κυρίως, το παλλαϊκό αίσθημα. Παρουσιάζει δεκάδες γραπτούς 'όρκους' αξιωματικών μυημένων στο Κίνημα και αποκαλύπτει ότι οι συλλήψεις μέχρι τώρα έφτασαν στις ογδόντα!

Παρένθεση. Η χούντα, μαθαίνοντας τα νέα σχεδόν σε ...απ' ευθείας μετάδοση, σκυλιάζει. Αφόρητες πιέσεις προς την κυβέρνηση Αντρεότι -καλό θα ήταν κάποτε να βγουν στη δημοσιότητα τα διαβήματά της και οι απαντήσεις του Ιταλικού ΥΠΕΞ-, πιθανότατα ο Αντρεότι πιέζεται και από το ΝΑΤΟ και τους Αμερικανούς, και ως αποτέλεσμα, κυκλοφορεί έντονα η φήμη ότι επίκειται η μεταφορά μας στην Τεργέστη.
Κλείνει η παρένθεση

Το πρωί, ένας Σημαιοφόρος, ο Ηρακλής, είχε ήδη ξεκινήσει με το τρένο για τη Γένοβα για να μαζέψει πληροφορίες τι γίνεται στο πλοίο. Ο Παππάς, βλέποντας τις γκρίζες προοπτικές από πλευράς Αντρεότι, σκέπτεται και το να 'ξανασαλτάρουμε' στο ΒΕΛΟΣ και να φέρουμε πάνω κάτω τον Κόσμο! Ο Ηρακλής αναγνωρίζεται από τυχαία συνάντησή του με μέλη του πληρώματος, κυκλοφορεί η φήμη ότι οι 'λιποτάκτες' του ΒΕΛΟΣ είναι στη Γένοβα, και το πλοίο αναχωρεί εσπευσμένα για Ελλάδα εγκαταλείποντας, οριστικά αυτή τη φορά τη Νατοϊκή Δύναμη... Πριν, όμως, κατάφερε να δει έναν αξιωματικό που του μετέφερε ότι οι ‘νεοεπιβιβασθέντες’ τους μεταχειρίζονται με το σεις και με το σας… (σημ: με την επιστροφή του πλοίου στην Ελλάδα μετατέθηκαν όλοι οι μόνιμοι διασκορπισμένοι σε άλλες μονάδες του Στόλου, καθώς και οι περισσότεροι στρατευμένοι. Όλες οι ΕΔΕ κατέληγαν στη «Διαταγή Κυβερνήτου» και δεν προχωρούσαν σε άλλες διώξεις. Ακόμα και οι περισσότεροι από τους λίγους ΄χουντικούς’ του Ναυτικού, άλλοι από φόβο κι άλλοι από τσίπα, δεν καταδίκαζαν συναδέλφους τους.)

Όλα αυτά συντελούν ώστε, το βράδυ της Κυριακής 27 Μαΐου 1973, η 'προστασία' που μας παρείχαν οι καραμπινιέροι να μεταλλαχθεί σε 'φρούρηση' κρατουμένων. Απαγορεύτηκε οποιαδήποτε απομάκρυνσή μας από το ξενοδοχείο χωρίς γραπτή άδεια του 'φρούραρχου' και απαγορεύτηκε επίσης η οποιαδήποτε επαφή μας με δημοσιογράφους επ' απειλή απέλασής μας!
Η ανησυχία μας αυξανόταν. Η μόνη ουσιαστική ενημέρωση που είχαμε ήταν από τον Γιώργο Κουράτο που συνδιαλεγόταν με όλες τις αρμόδιες αρχές. Και τα νέα δεν ήταν ευχάριστα.
Ο Παππάς απείλησε ότι αν αποφασιστεί μεταφορά μας στην Τεργέστη, θα αρχίζαμε απεργία πείνας! Αυτό μεταφέρθηκε στους δημοσιογράφους από τον Κουράτο και αυτοί ...έπιασαν δουλειά αργά το βράδυ, ξημερώματα Δευτέρας 28 Μαΐου 1973.

Μέχρι τώρα καμιά επαφή με Έλληνα πολιτικό ή πολιτειακό πρόσωπο προέκυψε.

9. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Α/Τ ΒΕΛΟΣ 7

Ο Παππάς απείλησε ότι αν αποφασιστεί μεταφορά μας στην Τεργέστη, θα αρχίζαμε απεργία πείνας! Αυτό μεταφέρθηκε στους δημοσιογράφους από τον Κουράτο και αυτοί ...έπιασαν δουλειά αργά το βράδυ, ξημερώματα Δευτέρας 28 Μαΐου 1973.

Μέχρι τώρα καμιά επαφή με Έλληνα πολιτικό ή πολιτειακό πρόσωπο προέκυψε.


Το πρωινό της Δευτέρας 28 Μαΐου, όλες οι Ιταλικές εφημερίδες με μεγάλους τίτλους στην πρώτη σελίδα ζητούν ‘Πολιτικό Άσυλο στους Έλληνες ναυτικούς’, και μέμφονται τα περιοριστικά μέτρα του Αντρεότι σ’ αυτούς. Δημοσιεύουν, πάντως, ότι δεν πρόκειται να μας μεταφέρουν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.


Πρωτοσέλιδο είναι το ΒΕΛΟΣ και σε όλες τις ευρωπαϊκές εφημερίδες, αλλά και στους JAPAN TIMES! Παράλληλα είναι η πρώτη είδηση σε όλες τις ειδήσεις στα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις. Και θα παραμείνει εκεί για πολλές εβδομάδες. Στο μεταξύ, Έλληνες συνεχίζουν να καταφθάνουν και να μας συμπαραστέκονται με κάθε τρόπο. Δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα τα ονόματα κάποιων κυριών που κάθε μέρα έρχονταν και σαν μάνες μας φίλευαν μπισκότα, σοκολάτες και αναψυκτικά…


Θυμάμαι, όμως, με συγκίνηση, και τον Μπαρμπα Γιάννη τον Βούλτεψη, μια φυσιογνωμία τόσο ζεστή κι ανθρώπινη, πάντα με το χαμόγελο που μας πρόσθετε δύναμη και αισιοδοξία. Δημοσιογράφος της ΑΥΓΗΣ, αυτός που έσκαψε βαθιά και έβγαλε στην επιφάνεια όλη τη βρώμα των παρασκηνίων που κατέληξαν στη δολοφονία του Λαμπράκη, αυτοεξόριστος στη Ρώμη, έβγαζε μόνος του την εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ με άρθρα που πολλά θα είχαν να μάθουν πολλοί σημερινοί συνάδελφοί του αν τα μελετούσαν ‘επαγγελματικά’. Ο Γιάννης Βούλτεψης έγινε η καθημερινή μας συντροφιά και είχε πολλά να μας συμβουλέψει και να μας καθοδηγήσει.

Σήμερα γνωρίσαμε και τον Κώστα Μπαντουβά. Έχω την εντύπωση ότι οι επαφές του Παππά με το Βαρδινογιαννέϊκο έφεραν στο ‘κατώφλι’ μας τον Νικήτα Βενιζέλο, εγγονό του Ελευθέριου, εφοπλιστή με έδρα το Λονδίνο και σπίτι στην Κυανή Ακτή (το αναφέρω γιατί έπαιξαν ρόλο οι τοποθεσίες), του οποίου στενός πολιτικός συνεργάτης και σύμβουλος ήταν ο Κώστας Μπαντουβάς.
Εκτιμώ ότι αυτοί ενεργοποιήθηκαν από την ‘Κρητική οικογένεια’ που συμμετείχε στο σχεδιασμό και θα βοηθούσε στην εκτέλεση του Κινήματος του Ναυτικού. Δεν έχω στοιχεία που να αποδεικνύουν ανάμιξη κάποιων άλλων. Μπορεί, βεβαίως, ο Νικήτας Βενιζέλος να προσφέρθηκε και μόνος του. Σε κάθε περίπτωση, του αξίζουν ευχαριστίες.
Προσφέρθηκε, λοιπόν, ο Νικήτας Βενιζέλος, δια του Μπαντουβά, να συντηρήσει την ομάδα και να προσφέρει εργασία στα γραφεία και στα καράβια του στους άνδρες του ΒΕΛΟΣ. Φτιάξαμε έναν κατάλογο με την ειδικότητα του καθενός.
Παράλληλα με τους Έλληνες, μεγάλη ήταν και η κινητοποίηση Ιταλών που μας εξέπληξε με την έντασή της. Από την πρώτη στιγμή.


Σήμερα μας επισκέφτηκε διακομματική Επιτροπή της Βουλής, το 'Κομιτάτο για την ελευθερία στην Ελλάδα', με επικεφαλής τον πρώτο, μετά το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο και την κατάργηση της Βασιλείας, Πρόεδρο της Ιταλικής Δημοκρατίας, Γερουσιαστή Πάρρι. Πολύ συγκινημένοι, μας ενημέρωσαν ότι έκαναν έντονες παραστάσεις στην κυβέρνηση και αποκλείεται πια, ο εγκλεισμός μας σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ακόμα, αντιπρόσωποι του Σοσιαλιστικού και του Κομμουνιστικού Κόμματος μας επισκέφτηκαν ξεχωριστά, μας διαβεβαίωσαν ότι θα κάνουν το παν για να εξασφαλίσουμε το ταχύτερο το πολιτικό άσυλο και προσφέρθηκαν να τακτοποιήσουν και επαγγελματικά όσους ήθελαν να μείνουν στην Ιταλία. Ιδιαίτερη εντύπωση μας έκανε ο ενθουσιασμός των εκπροσώπων των παρτιζάνων, βετεράνων του Πολέμου, που ήταν μονίμως βουρκωμένοι όταν συζητούσαν μαζί μας. Εξηντάρηδες και ογδοντάρηδες μ’ εμάς τους εικοσάρηδες…

Έναν από τους λόγους της συγκίνησής τους αντιληφθήκαμε όταν, λίγες μέρες μετά, αποκαλύφθηκε με ντοκουμέντα στον Ιταλικό Τύπο ότι το ιταλικό φασιστικό κόμμα, σε συνεργασία με τη δικτατορία στην Ελλάδα, σχεδίαζε ανάλογο πραξικόπημα στην Ιταλία για να αποτραπεί η άνοδος του κομμουνιστικού κόμματος στην εξουσία (η CIA δεν φημίζεται για την ποικιλία των σεναρίων της).
Έτσι, εκτός των άλλων σημειώστε ότι ο Αντιπλοίαρχος Παππάς με το ΒΕΛΟΣ και με την κίνησή του επηρέασε σοβαρά και τις πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, διαμορφώνοντας κλίμα ακατάλληλο για ολοκληρωτικά πραξικοπήματα, και οι Ιταλοί του το αναγνώρισαν.

Παρένθεση.
Στην Ελλάδα η χούντα λυσσομανάει. Ο ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ βρίζει σκαιότατα τον Παππά και τους προδότες της πατρίδας, η ΕΣΤΙΑ ‘τενεκέ ξεγάνωτο’ τον χαρακτηρίζει, ανίκανο επαγγελματικά που πρόδωσε τα ιδανικά του Έθνους. Μη μπορώντας πια να κρύψει το μέγεθος του Κινήματος του Ναυτικού, η χούντα αρχίζει μεθοδικά την προπαγάνδα ότι αυτό υποκινήθηκε από τον Βασιλιά.
‘Κύκλοι’ του Βασιλιά, το διαψεύδουν από την πρώτη στιγμή.
Ο Κ.Καραμανλής ακόμα δεν μίλησε.
Ο Αντρέας Παπανδρέου ακόμα δεν μίλησε.
Κλείνει η παρένθεση.

10. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Α/Τ ΒΕΛΟΣ 8

Τρίτη 29 Μαΐου 1973
Ο αποκλεισμός μας στο Motel Agip συνεχίζεται αλλά είναι τέτοια η κοσμοσυρροή Ελλήνων της Ρώμης που δεν τον καταλαβαίνουμε.
Μαθαίνουμε από τον Γιάννη Βούλτεψη ότι έβγαλε ανακοίνωση συμπαράστασης το ΚΚΕεσ. και το ΠΑΚ.
Αρχίζουν να μιλούν και πολιτικοί όπως ο Μητσοτάκης και Κανελλόπουλος που δεν αναφέρονται στο Κίνημα αλλά στις δηλώσεις του Σταματόπουλου (εκπροσώπου Τύπου της χούντας) για υποκίνησή του από τον Βασιλιά.
Ο τέως Υπουργός Γ.Μυλωνάς, ως πολιτικός εκπρόσωπος της Δημοκρατικής Άμυνας με ανακοίνωση σε όλα τα μέσα χαιρετίζει τη ‘γενναία’ εξέγερση του Ναυτικού ‘ύστερα από τη μεγαλειώδη εξέγερση της νεολαίας’ (εννοεί τη Νομική).




Πολλά γράμματα με λόγια συμπαράστασης, ακόμα και ποιήματα, όπως και εκατοντάδες τηλεγραφήματα φτάνουν στο ξενοδοχείο από κάθε γωνιά του πλανήτη. Πρώτο, το γράμμα του Συνταγματάρχη Δημήτρη Οπρόπουλου που εξόρισε η χούντα και, από ατύχημα στην εξορία του, έμεινε ανάπηρος.

Σημειώνω εδώ, ότι σ’ αυτή την αφήγηση καταγράφω αυτά που έπεφταν στην αντίληψή μου τότε. Παράλληλα, πολλά και διάφορα συμβαίνουν στην Ελλάδα που καταγράφονται στον Τύπο της εποχής, όπως η δίκη των μελών του Ρήγα Φεραίου, οι συλλήψεις μελών της Ε.Α.Ν (Ιπποκράτης Σαβούρας κλπ) και ενδοχουντικές κόντρες Ιωαννίδη με τους λοιπούς.

Τα νέα είναι αίσια. Απομακρύνθηκε οριστικά η πιθανότητα μεταφοράς μας στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Τεργέστη και η κυβέρνηση Αντρεότι βεβαιώνει τους πάντες ότι επίκειται και η χορήγηση του πολιτικού άσυλου.
Απαντούμε γραπτά σε κάθε ανακοίνωση της χούντας που ακούμε στα ραδιόφωνα και στην τηλεόραση ή διαβάζουμε στις εφημερίδες.
Μαθαίνουμε τα τηλέφωνα και επικοινωνούμε για να δίνουμε Δελτία Τύπου στην Εύη Δεμίρη (Ράδιο Παρίσι), Γιολάντα Τερέντσιο (BBC) και Κώστα Νικολάου (Ντώιτσε Βέλλε). Όλες οι ανακοινώσεις γράφονται από εμάς, με εμμονή στη θέση της πίστης στον όρκο μας και τήρησης απόστασης από όλα τα κόμματα.
Στην προσπάθεια της χούντας να μας εντάξει στον …κομμουνιστικό κίνδυνο, απαντούμε ‘ποιος μας «κατηγορεί» για κομμουνιστές; Οι ανανήψαντες κομμουνιστές Γεωργαλάς και Κωνσταντόπουλος που τώρα φορούν τον μανδύα του φασίστα!’

Τετάρτη 30 Μαΐου 1973

Και αυτή η μέρα ξεκινά στους γνωστούς ρυθμούς. Που αλλάζουν με την άφιξη των πρώτων συζύγων (τελικά ακολούθησαν τον κυβερνήτη και δυο τρεις παντρεμένοι υπαξιωματικοί), που μας μεταφέρουν το κλίμα των Αθηνών. Η γυναίκα του Παππά δεν μπορεί να έρθει γιατί της κατάσχεσαν το διαβατήριο.
Η ανυπομονησία στο κατακόρυφο. Λένε ότι αύριο θα μας δώσουν τα χαρτιά του πολιτικού άσυλου.
Σε συνεννόηση με τον Μπαντουβά, συμφωνούμε, μόλις λήξει η ‘απομόνωση’ και τελειώσει η φιλοξενία από το Ιταλικό κράτος, να μετακομίσουμε σε μια πανσιόν (αν θυμάμαι καλά εκεί που έμεινε για καιρό και ο Γιάννης Βούλτεψης) ενός Έλληνα κοντά στον Κεντρικό Σιδηροδρομικό Σταθμό της Ρώμης.

Και η μεγάλη μέρα έφτασε. Μια κουστωδία μεγαλοαρμόδιων του Υπουργείου Εσωτερικών, κάμερες, δημοσιογράφοι και βουλευτές απ’ όλα τα κόμματα στριμώχνονται στο σαλόνι του Motel Agip και αρχίζει η τελετή επίδοσης των εγγράφων που πιστοποιούσαν ότι μας χορηγείται πολιτικό άσυλο και με τα οποία μπορούσαμε να ταξιδέψουμε, να εγκατασταθούμε και να εργαστούμε σε όποια χώρα είχε υπογράψει τη συνθήκη της Γενεύης του 1951, δηλαδή σε όλη την Ευρώπη.
Τη Συνθήκη την είχε υπογράψει και η Ελλάδα, βεβαίως, μόνο που στο Documento di Profugio/Viaggio (Πιστοποιητικό Πρόσφυγα - 'διαβατήριο') είχε σβηστεί με κόκκινο…


Ιδού και το πολυπόθητο χαρτί. Το ‘βιβλιαράκι’ – δίκην διαβατηρίου- είναι σε άλλο κουτί στο πατάρι και δεν το βρήκα!

‘Από αυτή τη στιγμή είστε ελεύθεροι να πάτε όπου θέλετε και να ζήσετε σαν ελεύθεροι πολίτες. Καλή Τύχη’ είπε ο μεγαλοΙταλός που μας παρέδωσε τα χαρτιά.

Τελευταία ‘εξυπηρέτηση’ του Ιταλικού Κράτους, η μεταφορά μας στην πανσιόν που θα μέναμε. Χαιρετήσαμε το προσωπικό του Motel Agip, και μπήκαμε στο λεωφορείο για την Πανσιόν ΑΚΡΟΠΟΛΗ, Via Principe Amedeo, δίπλα στο Stazione Termini της Ρώμης. Ιδιοκτήτης ο κύριος Γιώργος, Κερκυραίος, σωματώδης και χαμογελαστός, και πανταχού παρούσα η γυναίκα του σινιόρα Μαρία, Ναπολιτάνα, μελαχρινή νταρντανογυναίκα που μιλούσε μόνο Ναπολιτάνικα και μόνο γρήγορα και δυνατά. Πολύ γρήγορα και πολύ δυνατά. Δεν χρειαζόταν, όμως, να την καταλαβαίνουμε για να αντιληφθούμε ότι δεν μας κοίταζε μόνο σαν πελάτες της πανσιόν της. Το κρυφό της βούρκωμα όταν παρατηρούσε από απόσταση τους πιτσιρικάδες της παρέας της έδινε άλλη διάσταση. Της μάνας…

Η πανσιόν δεν είχε τη χλιδή του Motel Agip αλλά ήταν καθαρή και ‘ζεστή’. Πέρα από τη μητρική αντιμετώπισή μας από την σινιόρα Μαρία, κάθε μέρα, είχαμε επισκέψεις Ελληνίδων ‘μανάδων’ με του κόσμου τα καλούδια που τα συμπεριλαμβάναμε στο μεσημεριανό ή βραδινό κοινό τραπέζι. Κάθε μέρα και ο Γιάννης Βούλτεψης μαζί μας. Να μας συμβουλεύει, να μας καθοδηγεί στη Ρώμη, να μας ενημερώνει και να μας κάνει να χαμογελάμε.

Μαθαίνουμε ότι στην Ελλάδα ήδη μας καθαίρεσαν και μας απήγγειλαν κατηγορίες για ‘ένοπλη στάση κατά του νομίμου καθεστώτος’, για ‘λιποταξία στο εξωτερικό εν καιρώ πολέμου’ (ακόμα είμασταν ‘εμπόλεμοι’ με την …Αλβανία!), κατηγορίες που για τον στρατιωτικό επισύρουν μόνο μία ποινή, και διάφορες άλλες μικρότερες μέχρι και ‘υπεξαίρεση ειδών δημοσίου’ (εννοώντας τη …Σημαία!).
Στα εικοσιδυό σου, διασκεδάζεις με τέτοιες …ειδήσεις.

Από την πρώτη στιγμή, στη γωνία του δρόμου έξω από την πόρτα της πανσιόν, ήταν μονίμως στημένος ένας νεαρός, όχι ο ίδιος κάθε φορά, που περιφερόταν σε ακτίνα δύο μέτρων επί ώρες. Μετά άλλαζε και άλλος αναλάμβανε βάρδια. Νύχτα μέρα.
Στην αρχή τους λέγαμε μποντζιόρνο, και μετά, όταν βεβαιωθήκαμε ότι ήταν Έλληνες, ‘καλημέρα’. Δεν απαντούσαν αλλά ο ένας από αυτούς, αντανακλαστικά, μόλις άκουγε την ‘καλημέρα’, κοιτούσε τον …ουρανό. Κάποια στιγμή, συνεννοούμαστε όλοι, κατεβαίνω κάτω, περνώ αδιάφορα δίπλα του και λέω ‘καλημέρα μεγάλε’! Σηκώνει το κεφάλι του αυτός προς τον ουρανό και βλέπει δεκάδες μούντζες από τα δύο παράθυρα της πανσιόν όπου ‘κρεμάστηκαν’ οι υπόλοιποι! Από την τρίτη μέρα, η ‘σκοπιά’ τους μετακινήθηκε στο άλλο τετράγωνο…

Αρχίζει η ‘ναυτολόγηση’ του πληρώματος. Σιγά-σιγά, με μέριμνα του Μπαντουβά σε συνεννόηση με τα γραφεία Νικήτα Βενιζέλου του Λονδίνου, ένας ένας, δυό δυό, παίρνουν τα εισιτήρια και ταξιδεύουν για να μπαρκάρουν σε κάποιο πλοίο της εταιρείας. Δυό-τρείς ‘διαπλέκονται’ με τα κόμματα της Αριστεράς και πιάνουν δουλειά σε άλλες πόλεις της Ιταλίας. Σιγά-σιγά λιγοστεύουμε.

Ο Παππάς συνεχώς στα τηλέφωνα για να οργανώσει τη μετάβασή του στην Κοπεγχάγη, για τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στις 10 Ιουνίου. Απ’ όσα γνωρίζω, με τη βοήθεια του Κουράτου, Βούλτεψη έρχεται σε επαφή με τον Έλληνα καθηγητή Στρεμμένο (;), το ΠΑΚ Ιταλίας αλλά και με τους ‘Κρήτες’ στην Ελλάδα. Το ταξίδι οργανώνεται για τον Παππά, τον Ηρακλή και μένα (τα Αγγλικά, είπαμε). Έχει δύο ενδιάμεσες στάσεις.

Γενεύη. Τέσσερις μέρες πριν τη Σύνοδο. Ο Έλληνας καθηγητής Σιώτης, ένας ευγενής σοφός άνθρωπος, αναγνωρισμένος όχι μόνο στην Ακαδημαϊκή αλλά και στην πολιτική Ευρωπαϊκή κοινότητα, μας υποδέχεται με συγκίνηση και μας φιλοξενεί στο σπίτι του σ’ ένα καταπράσινο προάστιο της Γενεύης. Εκεί, το βράδυ έρχεται και ο Λαμπρίας, μου φαίνεται και ο Λάμψας. Ήδη έχουμε έτοιμο το σχέδιο της ανακοίνωσης Παππά προς τον Τύπο που θα δώσουμε στην Κοπεγχάγη. Με τις συνεχείς αναγνώσεις κάνουμε μικροτροποποιήσεις.

Την άλλη μέρα συνεχίζουμε προς Χάγη. Μας παραλαμβάνει Ολλανδός αξιωματούχος του Υπουργείου Εξωτερικών και μας εγκαθιστά σ’ ένα παραδοσιακό ξενοδοχείο σαν αυτό που έβλεπα στα όνειρά μου μικρός διαβάζοντας τα παραμύθια με τους βατραχοπρίγκηπες. Στόμα ανοιχτό. Σε λίγο στο σαλόνι του ξενοδοχείου μπαίνει ψηλός ξερακιανός γκριζομάλλης που ορμάει προς τον Παππά, λες και τον ήξερε χρόνια, και τον αγκαλιάζει δακρυσμένος! Μετά γυρνάει κι αγκαλιάζει κι εμάς και στέκεται αμίλητος, κατασυγκινημένος, και μας κοιτάζει. Ο Βαν Ντερ Στουλ!
Είχα ακούσει για φιλέλληνες, είχα διαβάσει για φιλέλληνες, αλλά τη φλόγα αυτού του ανθρώπου για τον ελληνικό πολιτισμό, τη Δημοκρατία, την Ελευθερία, την Πολιτεία, δεν μπορούσα να τη διανοηθώ καν.
Ο Υπουργός Εξωτερικών της Ολλανδίας, λοιπόν, αφιέρωσε –πέρα από τη φιλοξενία- ώρες πολλές για να συζητήσει με τον Παππά, και μαζί μας, για τα γεγονότα, και να δώσει και πολύτιμες συμβουλές για τον χειρισμό των πραγμάτων από δω και μπρος.

Ξανά στο αεροδρόμιο και φτάνουμε Κοπεγχάγη, πρωί. Μας περιμένει ο σοσιαλιστής βουλευτής Kamre. Με χαρά μικρού παιδιού. Παίρνει τον Παππά στο σπίτι του και εμείς ακολουθούμε ωραιοτάτη δεσποινίδα που μας οδηγεί σ’ ένα κουκλίστικο εξοχικό σπίτι, μας δίνει τα κλειδιά και, δυστυχώς, μας αφήνει μόνους…
Συντονιζόμαστε και βρίσκουμε στα τηλέφωνα τον ‘λιποτάκτη’ αξιωματικό του Ναυτικού Μαρώτη. Αυτός ήταν φίλος του Κωνσταντίνου αφού είχε παντρευτεί συμμαθήτρια της Άννας Μαρίας που γνώρισε ως 'κυρία των τιμών' της βασίλισσας στην Ελλάδα. Όταν ‘την έκανε’ στο εξωτερικό ο βασιλιάς, την έκανε κι αυτός με την κυρία των τιμών. Συμπαθέστατος και χιουμορίστας.
Προσφέρεται να βοηθήσει όποιον θέλει να 'μεταναστεύσει' στη Δανία.
Ξεναγηθήκαμε στην Κοπεγχάγη και επισκεφτήκαμε και τη Βουλή, ραντεβού με τον Kamre.
Όλες οι Βουλές, τελικά, ίδιες είναι. Δεν καταλαβαίναμε, βεβαίως, γρι από τα Δανέζικα, αλλά, ΟΛΟ το Προεδρείο ήταν στη θέση του, ένας αγόρευε επί του βήματος και δύο από κάτω, σε διαφορετικές πτέρυγες, τον άκουγαν.
Αν τον άκουγαν, γιατί ο ένας διάβαζε και εφημερίδα! Μόλις τελείωσε ο ομιλών, ο εφημεριδοδιαβάζων έκλεισε την εφημερίδα και ανέβηκε στο βήμα, προφανώς για να απαντήσει στον προλαλήσαντα που άνοιξε την πόρτα κι έφυγε!
Βρήκαμε τον βουλευτή, φάγαμε στη λίμνη ‘σοσιαλιστικά’ από καπνιστούς σολωμούς, μπρικ, μέχρι αστακοουρές και άλλα καλούδια, και μάθαμε πολλά και ενδιαφέροντα από τον σοσιαλιστή Kamre. Όπως, το ότι παραλίγο θα πήγαινε φυλακή γιατί μετέφερε από τη Νορβηγία ένα περίστροφο που του είχε ζητήσει το σοσιαλιστικό του ίνδαλμα, ο Αντρέας Παπανδρέου, για τον οποίον ο Kamre έγραψε και ένα βιβλίο-ύμνο και μας το χάρισε κιόλας, με αφιέρωση, μόνο που είναι γραμμένο στα Δανέζικα…
Αλλά έλα που, τώρα, δεν ήθελε να τον ξαναδεί στα μάτια του, όπως και οι λοιποί Σκανδιναυοί Σοσιαλιστές γιατί τα πολύτιμα χρήματα που κατάφεραν να μαζέψουν, και του έδωσαν στο χέρι του, για να λειτουργήσει το ΠΑΚ ραδιοφωνικό σταθμό στην Ιταλία, έγιναν καπνός! Αυτά, έλεγε ο Kamre.

Την επόμενη μέρα τέλειωναν οι συνεδριάσεις του ΝΑΤΟ και ακολουθούσαν οι συνεντεύξεις Τύπου. Ένστολοι περνάμε την είσοδο του κτιρίου στο οποίο γινόταν η Σύνοδος. Οι δημοσιογράφοι/φωτογράφοι/εικονολήπτες –προφανώς ειδοποιημένοι- ορμούν και μας παρασύρουν σε μια αίθουσα Τύπου. Η συνέντευξη ξεκινά. Ασφυκτικά γεμάτη η αίθουσα –πάνω από εκατό δημοσιογράφοι απ’ όλον τον κόσμο- ενώ στη διπλανή έδινε συνέντευξη Τύπου ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Λούνς για τα αποτελέσματα της Συνόδου. Σε πέντε δημοσιογράφους.


Ο Παππάς βομβαρδίζει το ΝΑΤΟ με στοιχεία, ονόματα και αποκαλύπτει τη γύμνια της χούντας στις Ένοπλες Δυνάμεις που άδικα κατηγορούνται συλλήβδην για το πραξικόπημα. Ξεμπροστιάζει τον Λουνς που κάνει ότι ‘δεν έχει στοιχεία’ τη στιγμή που προσωπικός του Γραμματέας είναι ο πρέσβης Σέκερης αδελφός του Αντιπλοίαρχου Σέκερη που την ίδια στιγμή έσβηναν αναμμένα τσιγάρα στα χέρια του! (Σημ: η Χούντα αμέσως ανακάλεσε και τον αδελφό Σέκερη στην Ελλάδα, αλλά ο Λουνς τον κράτησε ως υπάλληλα του ΝΑΤΟ γιατί ήξερε τι περίμενε τον άξιο συνεργάτη του στην Ελλάδα. Κι όμως εξακολουθούσε να δηλώνει …άγνοια!)
Το τέλος της συνέντευξης συνοδεύεται από χειροκροτήματα.
Βγαίνοντας από την αίθουσα, σε μια καρέκλα κάθεται Έλληνας Πλοίαρχος που πήρε μέρος στη Σύνοδο. Με το που βλέπει τον Παππά, το βάζει στα πόδια! Πιθανότατα φοβούμενος μη φωτογραφηθεί κατά λάθος μαζί του.

Κάπως έτσι, θριαμβευτικά αλλά και πικρογλαφυρά , τελείωσε και η ‘εκδρομή’ στη Δανία. Η δημοσιότητα της Συνέντευξης συντήρησε το ΒΕΛΟΣ, το Κίνημα του Ναυτικού και τη γελοιοποίηση της χούντας στα πρωτοσέλιδα και στα πρώτα θέματα των Ειδήσεων στον Κόσμο.

Το απόγευμα, ο Ηρακλής κι εγώ, παίρνουμε το αεροπλάνο για τη Ρώμη. Ο Παππάς το αεροπλάνο για το Παρίσι. Ήρθε η ώρα να δει τον Καραμανλή. Και από εκεί στη Μπολώνια, όπου θα συναντούσε και τον Ανδρέα Παπανδρέου.


ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗΤΗ ΠΡΟΣΘΗΚΗ-ΣΥΝΕΧΕΙΑ
(Για τήρηση των ισορροπιών , επειδή μερικοί φίλοι μπορεί και να παρεξήγησαν τη μονομερή αναφορά στον Ανδρέα Παπανδρέου)

Σε δυό μέρες, ο Παππάς γύρισε στην πανσιόν ΑΚΡΟΠΟΛΗ. Σκοτεινιασμένος.
'Τι έγινε κύριε Κυβερνήτα;'
'Λοιπόν, πήγα στον Καραμανλή. Όλο μπράβο και μπράβο και πώς βλέπω εγώ τα πράγματα. Στο τέλος του είπα: Κύριε Πρόεδρε έχω 31 αποφασισμένους άντρες να κάνουν οτιδήποτε, ακόμα και να κατεβούμε στην Ελλάδα. Οι συνάδελφοι στο Ναυτικό θα μας ακολουθήσουν και είμαι βέβαιος και για την Πολεμική αεροπορία. Τι θα κάνουμε από δώ και μπρός;'
Ο Καραμανλής απάντησε 'Θα κάμωμε παν δυνατόν να έχει θετικόν αποτέλεσμα'!
Απογοήτευση. Αυτός δεν θέλει να δεί καν τον Βασιλιά. Ούτε κανέναν άλλον πλην του Μητσοτακέϊκου που τον συνδράμει στο Παρίσι.
'Και ο Αντρέας';
'Α, ναι, τον είδα στη Μπολώνια. Μπράβο κι από αυτόν. Και στην ερώτηση τι θα κάνουμε τώρα κύριε Πρόεδρε μου απάντησε, βρισκόμαστε σε αναμονή'!
Απογοήτευση. Κι αυτός δεν θέλει να δεί κανέναν άλλον.

Προβληματισμένοι, πάνω στην κουβέντα περί του τι μπορούμε να κάνουμε, δεν θυμάμαι ποιός τη σκέφτηκε αλλά, έπεσε η ιδέα να κάνουμε κάτι ακόμα πιό εντυπωσιακό από το ΒΕΛΟΣ. Να καταλάβουμε τα εκπαιδευτικά αντιτορπιλλικά που έκαναν το εκπαιδευτικό ταξίδι στη Μεσόγειο. Και να καλέσουμε ΟΛΟΥΣ αυτούς που δεν συνεννοούνται μεταξύ τους να σχηματίσουν Εθνική Κυβέρνηση πάνω στα πλοία! Και βάλαμε μπρος το σχέδιο.

Έχοντας αυτά στο μυαλό μας, έρχεται η πρόσκληση σε δείπνο στη βίλα του Κωνσταντίνου στη Via Aurellia. Παππάς, Ηρακλής, Κώστας κι εγώ. Γραβατωμένοι, βρισκόμαστε στην ώρα μας στο σπίτι του βασιλιά όπου πολύ σεμνά και ταπεινά, η βασίλισσα μας σερβίρει η ίδια το δείπνο και ξεκινάμε τη συζήτηση. Όταν φθάνουμε στο κρίσιμο ερώτημα 'και τώρα τι κάνουμε Μεγαλειότατε;' η απάντηση είναι (ΑΚΡΙΒΩΣ όπως σας την καταγράφω): 'Που λέτε, στους ιστιοπλοϊκούς αγώνες στους Ολυμπιακούς της Ρώμης, ο Εσκιτζόγλου και Ζαϊμης (σημ. το πλήρωμα του σκάφους του).....' και ακολουθεί η περιγραφή του αγώνα ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΑΚΟΥΣΕ ΤΗΝ ΕΡΩΤΗΣΗ.

11. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Α/Τ ΒΕΛΟΣ 9

'Που λέτε, στους ιστιοπλοϊκούς αγώνες στους Ολυμπιακούς της Ρώμης, ο Εσκιτζόγλου και Ζαϊμης (σημ. το πλήρωμα του σκάφους του).....' και ακολουθεί η περιγραφή του αγώνα ΣΑΝ ΝΑ ΜΗΝ ΑΚΟΥΣΕ ΤΗΝ ΕΡΩΤΗΣΗ.


Ο Παππάς μισοκλείνει τα μάτια, σημείο εκνευρισμού.
'Τι θα λέγατε Μεγαλειότατε αν εμείς παίρναμε τα καράβια με όλη τη Σχολή ναυτικών Δοκίμων και καλούσαμε όλους τους πολιτικούς, κι εσάς, πάνω στα πλοία να σχηματίσετε κυβέρνηση;'
'Λέω ότι αν είχε η Ελλάς άλλους είκοσι αξιωματικούς σαν κι εσάς, τώρα δεν θα υπήρχε δικτατορία. Αλλά, το εγχείρημα θέλει πολλή μελέτη και προσοχή δια να μη χυθεί σταγών αίματος Ναυτικού Δοκίμου'.
'Δηλαδή συμφωνείτε ή όχι;'
'Θέλει ιδιαίτερη προσοχή και μελέτη το θέμα' είπε ο άναξ κι έκλεισε τη συζήτηση.

Συμπέρασμά μου (ΤΟΤΕ) από τη συζήτηση:
Γιατί το σόι μου (η μάνα μου δηλαδή, μια και ο πατέρας μου ποτέ δεν εκδηλώθηκε ‘κομματικά’ στα παιδιά του) είναι 'βασιλικό' και μ' έκανε και μένα να συμπαθώ τη Μοναρχία;
Δε λέω, συμπαθέστατη (ειλικρινά) κοπέλα η Άννα Μαρία, όμορφη, άνετη, φιλόξενη, καλλιεργημένη, πολύ ξύπνια σε σχέση με τον άντρα της, αλλά ρε γαμώ το
για ποιο θεσμό πηδιόμαστε εμείς αυτές τις μέρες; Απογοήτευση.

Πλήρως, απογοητευμένοι, λοιπόν, από όλους τους εκπρόσωπους του πολιτικού φάσματος
(ο ένας ‘θα κάμωμε παν δυνατόν να έχει θετικόν αποτέλεσμα’, ο άλλος ‘ευρισκόμεθα εν αναμονή’ και ο τρίτος πέρα βρέχει), στρωνόμαστε να σχεδιάσουμε την ‘κατάληψη’ των δύο εκπαιδευτικών Αντιτορπιλικών της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων.
Στην ουσία, δεν θα ήταν κατάληψη αλλά, επιβίβαση, αφού και οι περισσότεροι αξιωματικοί τους ήταν γνωστοί και φίλοι αλλά και οι Ναυτικοί Δόκιμοι με φιλικά αισθήματα και πολύ πιο ‘κοντά’ στους Σημαιοφόρους που μόλις είχαν αποφοιτήσει από τη Σχολή παρά με τους λοιπούς ανωτέρους τους. Βεβαίως, από τις τηλεφωνικές επικοινωνίες με αξιωματικούς των πλοίων, γνωρίζαμε και τους λίγους που μπορεί να αντιδρούσαν. Γι αυτό αναζητήσαμε και τρόπους ελαφρού ‘εξοπλισμού’ μας. Σ’ αυτό προθυμοποιήθηκε ο Κώστας Μπαντουβάς, που σε συνεννόηση με τον Νικήτα Βενιζέλο, μας διαβεβαίωσε ότι και όπλα υπάρχουν και το Ελικόπτερο του Βενιζέλου θα ήταν στη διάθεσή μας.
Το σχέδιο προέβλεπε την κατάληψη των πλοίων στη Νίκαια της Κυανής Ακτής όπου θα κατέπλεαν στο πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου. Εκεί ήταν και το σπίτι του Βενιζέλου, μια ωραία βίλα στα ψηλά του καταπράσινου λόφου.
Μέχρι την ημέρα που ξεκινήσαμε, μια ομάδα έξη επτά –με τον Παππά- ανθρώπων,
οι υπόλοιποι ήδη είχαν μπαρκάρει στα πλοία του Βενιζέλου και ταξίδευαν στον κόσμο, δυο τρεις είχαν μείνει σε δουλειές στην Ιταλία, δύο είχαν πάει στη Σουηδία και δύο στη Δανία.
Οι πέντε ξεκινήσαμε με το τρένο, στο οποίο επιβιβαστήκαμε ξεχωριστά. Ραντεβού στο σιδηροδρομικό σταθμό της Νίκαιας με τον Νικόλα Ζησιμόπουλο που είχε φύγει νωρίτερα με τον Παππά και θα έμεναν στο σπίτι του Βενιζέλου το προηγούμενο βράδυ. Φθάνοντας στη Νίκαια απόγευμα, περιμέναμε έξω από τον Σταθμό, αλλά Νικόλας πουθενά. Επικοινωνήσαμε τηλεφωνικά με το σπίτι του Βενιζέλου. 'Θα έρθω αργότερα. Έχουμε εξελίξεις'
...Κοιμηθήκαμε στα παγκάκια. Κι ο Νίκος ήρθε και μας βρήκε το πρωί. Πήγαμε στο σπίτι του Βενιζέλου όπου μάθαμε ότι η ‘επιχείρηση’ είχε τελειώσει ήδη άδοξα.
Πρώτα απ’ όλα, ο Δήμαρχος της Νίκαιας δεν άφησε τα ‘χουντικά’ πλοία να δέσουν στην πόλη του χαρακτηρίζοντάς τα ‘ανεπιθύμητα’! Έτσι, αυτά πήγαν σ’ ένα μακρύτερο λιμανάκι του St.Rafael που είχε …πιο συντηρητικό Δήμαρχο.
Το Ελικόπτερο που είχε τάξει ο Μπαντουβάς, ήταν απασχολημένο στο γιωτ του Βενιζέλου και τα διαθέσιμα ‘όπλα’ περιορίζονταν σε ένα αεροβόλο πιστόλι….
Ο Παππάς, βεβαίως, δεν το είχε βάλει κάτω. Έστειλε την Αμερικάνα, και πολύ εντυπωσιακής ομορφιάς, σύζυγο του Βενιζέλου να έρθει σε επαφή με τον κυβερνήτη του ενός πλοίου, ως φίλη κάποιας ελληνίδας παντρεμένης με αξιωματικό του Ναυτικού, για να τον ρωτήσει για την τύχη του. Ο κυβερνήτης, ειδοποιημένος ότι τον ζητάει μια πολύ όμορφη κυρία, αποβιβάστηκε στη στεριά και δέχθηκε με ευχαρίστηση την πρόσκλησή της για ένα καφέ σπίτι της μπαίνοντας στο αυτοκίνητό της. Στην επόμενη γωνία μπήκε και ο …Παππάς. Μετά το πρώτο σοκ, και στη συζήτηση που επακολούθησε στο σπίτι του Βενιζέλου, ο κυβερνήτης δέχτηκε να μπει στο παιχνίδι και μάλιστα υποσχέθηκε να στείλει τη βάρκα στο τέλος της δεξίωσης που ήταν προγραμματισμένη για το βράδυ, για να πάρουν την ομάδα στο πλοίο. Φιλήθηκαν κι έφυγε. Πηγαίνοντας στο πλοίο του θεώρησε καλό να πεί για τα γεγονότα σε έναν αξιωματικό του που ήταν στο ΒΕΛΟΣ όταν έγινε η ‘ανταρσία’. Αυτός, στον ενθουσιασμό του, ή στην αφέλειά του, μπήκε στο καρέ Αξιωματικών και ανακοίνωσε σε όλους τους άλλους αξιωματικούς, ένας από τους οποίους ήταν αρχιρουφιάνος της χούντας, ότι ‘ο Παππάς είναι έξω!’ Ο αρχιρουφιάνος πήγε στον κυβερνήτη και του είπε με νόημα ‘μήπως πρέπει να το πούμε και στον άλλον κυβερνήτη και στο ΓΕΝ;’ Το είπαν. Και η διαταγή του ΓΕΝ ήταν ‘με τη λήξη της δεξίωσης, διακόψατε Εκπαιδευτικό πλού, αποπλεύστε αμέσως και επιστρέψτε Ναύσταθμο’!
Κι έτσι, με την ανικανότητα συνωμοσιακής δράσης των αξιωματικών του Π.Ν. αποδεδειγμένη για ακόμα μία φορά, και την ‘πολεμική υποδομή’ Μπαντουβά για τα μπάζα, η επιχείρηση St. Rafael έληξε άδοξα.
Με την πλάτη μας να πονάει από τον ύπνο στα παγκάκια του πάρκου έξω από τον σιδηροδρομικό Σταθμό της Νίκαιας.

Το μεσημέρι οι τρεις Σημαιοφόροι –Ηρακλής Προκοπάκης, Κώστας Ματαράγκας κι εγώ, ήμασταν στο αεροδρόμιο της Νίκαιας και επιβιβαζόμασταν στο αεροπλάνο για το Λονδίνο με τη διεύθυνση ενός μικρού ξενοδοχείου στο οποίο θα καταλύαμε και θα ερχόταν σε επαφή μαζί μας κάποιος από την εταιρεία του Βενιζέλου.
Το Documento di Viaggio ίσχυε για τους Βρετανούς όπως θα έπρεπε να ισχύει και το Documento di Profugo που είχε εκδοθεί με βάση τη Συνθήκη της Γενεύης του 51.
Ο ένστολος στον έλεγχο των διαβατηρίων, όμως, μάλλον δεν είχε ξαναδεί τέτοιο ‘διαβατήριο’. Κάτι λέει στον διπλανό του, αυτός φεύγει, γυρνάει μαζί με ένα με πολιτικά και ‘περάστε από εδώ’.
Μικρό δωμάτιο, όπου μας καθίζουν, ‘ποιοι είστε, γιατί ήρθατε, πόσο θα καθίσετε, τι λεφτά έχετε, που θα μείνετε’. Απαντούμε ‘είμαστε αξιωματικοί του Ναυτικού, με την ιδιότητα του πολιτικού πρόσφυγα σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης της Γενεύης που έχει υπογράψει και το κράτος σας και δεν καταλαβαίνουμε γιατί μας ρωτάτε αυτά τα πράγματα’. Αλλάζουν τα πρόσωπα. Άλλοι με πολιτικά, ξανά και ξανά τις ίδιες ερωτήσεις, μονότονα, εκνευριστικά, ανέκφραστοι, παγεροί, είρωνες. Επί τρεις ώρες. Κάποια στιγμή μπαίνει και μια κοπέλα και κάθεται παράμερα. Μετά ένα γύρο ερωτήσεων, φεύγουν όλοι και μένουμε οι τρεις μας με την κοπέλα να κοιτά τον τοίχο.
Εμείς στην απορία μας, να τη λέμε μεταξύ μας, ‘τι έχουν πάθει οι κοκκινόκωλοι, γαμώ την αυτοκρατορία τους’, εκείνη αμίλητη. Μετά από είκοσι λεπτά βγαίνει έξω και μπαίνει ένας με μια υποψία χαμόγελου. ‘Μπορείτε να πηγαίνετε, μας λέει, σε έναν μήνα πρέπει να παρουσιαστείτε στο Home Office για να ανανεώσετε την άδεια παραμονής σας.’
Παίρνουμε του σάκους μας και βγαίνουμε έξω. Είναι και η κοπέλα εκεί. Και, ξαφνικά, συνειδητοποιώ ότι η γαμψή της μύτη και η μελαχρινή της ομορφιά δεν είναι κλασικά χαρακτηριστικά Αγγλίδας… Περνώντας από μπροστά της, της λέω στα Ελληνικά ‘ευχαριστούμε πολύ κορίτσι μου για τη βοήθειά σου’. Έγινε κατακόκκινη και γύρισε το κεφάλι της αλλού. Ήταν Κύπρια που την έβαλαν να ακούει τι λέμε μεταξύ μας στα Ελληνικά…Και τη θυμόμουν από εκεί και ύστερα, κάθε φορά που συναντούσα κάποιον Κύπριο που, μετά την Ανεξαρτησία του νησιού, ‘μετακόμισε’ οριστικά στην Αγγλία… Από Εφιάλτες, ο Ελληνισμός πρωτοπορεί.
Γνώρισα, βεβαίως, και εκτίμησα και πολλούς αγνούς Κύπριους στο Λονδίνο.

Ταξί και στο μικρό ξενοδοχείο στα ανατολικά προάστια του Λονδίνου.

Η συνάντησή μας με τον διευθύνοντα την εταιρία του Βενιζέλου Αρχικαπετάνιου, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ‘αμοιβαίως απωθητική’. Παρά την ευγένειά του, μάλλον ενοχλητική θεωρούσε την προοπτική εμπλοκής μας στα του γραφείου, και μάλλον αυτό ήταν πολύ προφανές σε εμάς. Ο Ηρακλής, συγγενής άλλης Κρητικής εφοπλιστικής οικογένειας, πολύ γρήγορα δεν θα είχε την ανάγκη της εταιρίας του Βενιζέλου και θα πήγαινε στο Πόρτσμουθ να γραφτεί στο εκεί Πανεπιστήμιο και να ζήσει με τη συνδρομή της οικογένειάς του. Ο Κώστας θα είχε κι αυτός και την οικονομική στήριξη από την οικογένεια αλλά αυτή θα αργούσε και έτσι κάτι θα έπρεπε να κάνουμε ώστε να βρούμε άλλη λύση. Τότε σκέφτηκα μια σύσταση του καθηγητή Σιώτη στη Γενεύη που μου έδωσε για έναν καθηγητή Tompson, να τον βρούμε και να μας συμβουλέψει τι μπορούμε να κάνουμε από Σπουδές. Έτσι, το πρώτο πράγμα που αγόρασα στο Λονδίνο ήταν το ‘Α-Ζ’, τον Οδηγό δηλαδή των δρόμων και του μετρό. Αναζήτησα τον καθηγητή τη δεύτερη μέρα και τον βρήκα σε μια πολύ …ενδιαφέρουσα περιοχή της πόλης που μετά έμαθα ότι τη λένε ΣΟΧΟ!
(η εμπειρία αυτή θα είναι άλλο ποστ, μετά το τέλος της αφήγησης!)
Ο καλός καθηγητής όχι μόνο ήταν προσηνής και εξυπηρετικός αλλά, συγκινημένος από την ‘επαναστατικότητα του πνεύματος’ όπως αυτός χαρακτήρισε το προφανές …θράσος του αφόβως περιπλανόμενου στο Σόχο πιτσιρικά, προθυμοποιήθηκε να αναλάβει τη διεκπεραίωση διαδικασίας προς τον ΟΗΕ για την παροχή Υποτροφίας Σπουδών και στους τρεις μας.
΄Ετσι, βρέθηκα σπουδαστής στο London School of Polytecnic στο Τμήμα Shipping Law, με πληρωμενα τα fees και τα βιβλία και, επιπλέον, 65 λίρες το μήνα χαρτζιλίκι.
Σε τρεις μέρες από τότε που συνάντησα τον καθηγητή Tompson στο κέντρο της πιο κακόφημης περιοχής της Ευρώπης!
Στο τέλος της εβδομάδας, μετακομίσαμε οι τρεις μας σε ένα υπόγειο του Bayswater όπου πληρώναμε 17 λίρες (6 σχεδόν ο καθένας) την εβδομάδα.
Ο Παππάς, ερχόμενος στο Λονδίνο λίγο αργότερα, διαπίστωσε κι αυτός ότι δύσκολα θα ‘συμβίωνε’ με τον παντοδύναμο Αρχικαπετάνιο του Βενιζέλου που σίγουρα δεν έδινε δεκάρα για χούντες φούντες και άλλα …άσχετα με τη διαχείριση μιας εφοπλιστικής εταιρίας. Έτσι, αποφάσισε να μπαρκάρει κι αυτός ως καπετάνιος σε ένα τάνκερ της εταιρίας που μετέφερε πετρέλαιο από τα Εμιράτα στις εγκαταστάσεις της ΒΡ στην Αγγλία. Στα ταξίδια του, εραστής της θάλασσας και ζώντας σ’ αυτήν από μικρό παιδί γιος καπετάνιου, σπάζει όλα τα ρεκόρ διάρκειας των μεταφορών, κατά τις μαρτυρίες ανθρώπων που ταξίδεψαν, και έμαθαν, μαζί του.
Με τον Ηρακλή στο Πόρτσμουθ, μείναμε στο Λονδίνο ο Κώστας κι εγώ και σε λίγο αρχίσαμε να παίρνουμε τα πρώτα γράμματα διαμαρτυρίας από το προσωπικό που είχε μπαρκάρει στα καράβια.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι όλα τα παιδιά ήταν εκπαιδευμένοι και με εμπειρία στο αντικείμενό τους, παρά το νεαρό της ηλικίας τους. Κατά άλλον αξιωματικό που είχε φύγει στο εξωτερικό πριν από εμάς και δούλευε καιρό στην εταιρία, από τότε που 23-24 άντρες του ΒΕΛΟΣ είχαν μπαρκάρει στα πλοία του Βενιζέλου, η κατανάλωση ανταλλακτικών μειώθηκε σε απίστευτο βαθμό γιατί αυτοί είχαν μάθει να επισκευάζουν και όχι να αλλάζουν τα μηχανήματα! Παρά ταύτα, οι διαχειριζόμενοι την εταιρία, του Βενιζέλου απολαμβάνοντος τα κέρδη, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι οι άντρες του ΒΕΛΟΣ δεν είχαν PAYBOOK (βιβλιάρια Ναυτολόγησης), τους πλήρωναν με τον ελάχιστο βασικό μισθό του ανειδίκευτου.
Αυτό προστιθέμενο στις άθλιες συνθήκες των παλιών πλοίων, έκανε τη ζωή τους δυσκολότερη. Αυτά εν αγνοία, βεβαίως, του Βενιζέλου του οποίου τη συνδρομή στην ομάδα δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς και για την οποία όλοι ήμασταν υποχρεωμένοι.
Όχι, βεβαίως ότι και η δική μου κατάσταση ήταν καλύτερη. Μετά το πρώτο τρίμηνο, ήμουν στα 56 κιλά και οι σόλες μου είχαν περπατήσει το Λονδίνο ολόκληρο. Να ‘ναι καλά ο Κύπριος που μου έβαζε και έξτρα ντονέρ στην πίτα που έτρωγα μέρα παρά μέρα. Και η αξιαγάπητη οικογένειά του.
Ο ευγενικός καθηγητής Σιώτης που ανέφερα προηγουμένως στη Γενεύη, μου είχε δώσει και τη σύσταση ενός Έλληνα Καθηγητή στο London School Of Economics (LSE) και μου είχε πει να του τηλεφωνήσω για να μεταβιβάσω τα χαιρετίσματά του.
Μίλησα κάποια μέρα στο τηλέφωνο και μου είπε ότι θα ήταν ιδιαίτερη η χαρά του να μας γνωρίσει κι από κοντά. Πήγαμε και οι τρεις μαζί. Κάποια στιγμή η συζήτηση ήρθε στα οικογενειακά και μας πληροφόρησε ότι έχει παντρευτεί Αγγλίδα και έχει ένα γιο και μια κόρη. Όταν τον ρωτήσαμε αν τα παιδιά του έχουν πάει στην Ελλάδα κι αν μιλούν Ελληνικά, μας είπε ‘Δεν είστε καλά! Ούτε λέξη! Ούτε πρόκειται να μάθουν ποτέ, γιατί αυτό το μπουρδελοκράτος πρέπει να εκλείψει από προσώπου γής’.
Ο καθηγητής Σπράος. Πικράθηκα.
Σε λίγες μέρες μου τηλεφωνεί ή κυρία Ελένη Βλάχου αυτοπροσώπως. Είχε πάρει το τηλέφωνο από τον Πλυτά που ήδη είχα επισκεφτεί και με είχε ενημερώσει για την …(α)προθυμία των Ελλήνων του Λονδίνου να δώσουν έστω το μερίδιό τους στις χίλιες λίρες που είχε βγάλει από τη τσέπη του για να μας βοηθήσει τις πρώτες μέρες στο Φιουμιτσίνο.
‘Πότε θα σας γνωρίσω κι εγώ βρε παιδιά;’ ‘Όποτε θέλετε κυρία Βλάχου, τιμή μας’.
Ξανά και οι τρείς στο γραφείο της Βλάχου, μέσα σε μια μεγάλη Αγγλική εφημερίδα –ίσως στους TIMES-, όπου ετοίμαζε και εξέδιδε ένα πορτοκαλόχρουν πολιτικό φυλλάδιο. Θερμές χειραψίες. Αγκαλιές. Και συμπαράσταση. ‘Μη διστάσετε αν χρειαστείτε και δέκα και είκοσι λίρες εκτάκτως να έρθετε σε μένα’. ‘Ευχαριστούμε, χαίρετε’ απ’ έξω μας, ‘ΔΕΝ ΤΟ ΠΙΣΤΕΥΩ!’ από μέσα μας. Λες και ζητήσαμε, ρε γαμώ το λεφτά από κανέναν... Ξαναπικράθηκα.
Δεν είχε, όμως, μόνο …πίκρες η ζωή μας στο Λονδίνο.

12. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Α/Τ ΒΕΛΟΣ 10

...Δεν είχε, όμως, μόνο …πίκρες η ζωή μας στο Λονδίνο...

Γρήγορα κάναμε παρέες με Ελληνόπουλα και Ελληνοκυπριoτόπουλα, που σπούδαζαν στο Λονδίνο. Και σε δέκα μέρες είχαμε ενημερωθεί για πολλές χρήσιμες στη φοιτητική ζωή λεπτομέρειες. Όπως π.χ. σε ποιο σταθμό του Underground (μετρό) μπορούσα να κατεβώ χωρίς να έχω βγάλει εισιτήριο (δίνοντας απλώς 5 πένες στον μαυρούκο που μάζευε τα εισιτήρια από τους αποβιβαζόμενους) και ποιος τηλεφωνικός θάλαμος είναι ‘μπλοκαρισμένος’ για να τηλεφωνώ στην Ελλάδα χωρίς χρέωση!

Σε μια φοιτητική συνέλευση, μου έκανε εντύπωση ένας λίγο πιο ‘ώριμος’ φοιτητής που αγόρευε με πολύ ύφος, όχι ανάλογο της ουσίας των λεγομένων του. Αργότερα, διαπίστωσα ότι ο νέος μου ‘φίλος’ Κίμωνας Κουλούρης, παρά το αυτοκρατορικό του ύφος, ήταν ένα μεγάλο παιδί... Πολύ αργότερα, εφτά χρόνια μετά, τον συνάντησα στα Βριλήσσια και ...έκανε πολλή ώρα για να με αναγνωρίσει. Τότε διαπίστωσα ότι το παιδί είχε ...Μεγαλώσει. Γρήγορα. Πολύ γρήγορα.

Μαζί με τον Κίμωνα επισκεφτόμασταν μια φορά την εβδομάδα και την Κυρία (το Κ κεφαλαίο) Αμαλία Φλέμμινγκ, η οποία, χώρια από την απίθανη μακαρονάδα με κοκκινιστό που μας φίλευε, ήταν ο …Βούλτεψης του Λονδίνου. Μας καθοδηγούσε και μας συμβούλευε σαν μάνα. Στο σπίτι της γνώρισα και μερικούς άλλους αξιόλογους Έλληνες που ζούσαν στο εξωτερικό.

Από την άφιξή μας, και για τους πρώτους τρείς μήνες, κάθε εικοσιπέντε μέρες, έπρεπε να πηγαίνουμε στο Home Office (Τμήμα Αλλοδαπών) για να ανανεώνεται η παραμονή μας για ένα μήνα ακόμη. Οι υπερφίαλοι Εγγλέζοι εξακολουθούσαν να γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια τη Συνθήκη της Γενεύης. Εξιστορούσα λοιπόν στη μεγάλη Αμαλία Φλέμμινγκ τη μηνιαία ταλαιπωρία μας, οπότε με διακόπτει και λέει ‘για μια στιγμή, να πάρουμε τον Κρις ένα τηλέφωνο’. Ο Κρις ήταν ο Γουντχάους, λόρδος πια ή σερ (πάντα με μπέρδευαν οι τίτλοι τους), που συμμετείχε στην ανατίναξη της Γέφυρας στον Γοργοπόταμο, που μιλούσε άψογα τα ελληνικά και ήταν πολύ συναισθηματικά δεμένος με οτιδήποτε ελληνικό. Πλην της χούντας.
Ο Γουντχάους, λοιπόν, μας είπε να στείλουμε την επόμενη φορά τα χαρτιά μας ταχυδρομικώς με τον τίτλο μας και το αίτημά μας. Το κάναμε, με τον τίτλο στη διεύθυνση ‘Σημαιοφόρος του Βασιλικού Ναυτικού’.
Σε μια εβδομάδα, ήρθε πίσω το ‘διαβατήριο’ θεωρημένο για δύο χρόνια!

Κάναμε και τη γνωριμία με τον έχοντα βάρδια έξω από το σπίτι μας άνθρωπο της Ελληνικής Πρεσβείας, στο τέλος απαντούσε και στην ‘καλημέρα’ μας (!), και συνεχίζαμε την προσωπική μας ζωή.

Παράλληλα, συνεχίζαμε να πιέζουμε για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας στα πλοία του Βενιζέλου και να εκδίδουμε ανακοινώσεις προς τους ραδιοφωνικούς σταθμούς για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα. Από τα οποία φαινόταν καθαρά ότι το καζάνι ‘σήκωνε πολλή πίεση’ και η ‘εκτόνωσή’ του ήταν θέμα χρόνου.

Παρένθεση.
Το καθεστώς στην Αθήνα, μετά την αποκάλυψη της έκτασης του Κινήματος του Ναυτικού που δεν εκδηλώθηκε, αναγκάστηκε να προβεί σε «δημοκρατικά» βήματα για να αλλάξει τις εντυπώσεις (κατάργηση της Βασιλείας- Γενική αμνηστία (ΕΚΤΟΣ των ανδρών του ΒΕΛΟΣ!, απόδειξη του πόσο πόνεσε)-κυβέρνηση Μαρκεζίνη). Τα βήματα αυτά, μάλλον επιτάχυναν, τη φθορά της χούντας αφήνοντας περιθώρια, έστω και ως ψευδαίσθηση, κάποιων ελευθεριών.
Κλείνει η παρένθεση.

Με ανάμικτα συναισθήματα παρακολουθούσαμε την σταδιακά εντεινόμενη εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Θέλαμε να ήμασταν κι εμείς εκεί. Αλλά δεν ήμασταν…
Άγρια χαράματα μου τηλεφωνεί η Γιολάντα Τερέντσιο του Ελληνικού ΄Τμήματος του BBC. 'Κώστα να ειδοποιήσουμε και τον καπετάνιο, κάποιος στρατηγός Καζίκης, Γκαζίκης, δεν άκουσα καλά το όνομά του’ έριξε τον Παπαδόπουλο!
Τηλεφωνώ μεσ’ στη νύχτα του Παππά. ‘Ιωαννίδης ακούστηκε;’ Με ρωτάει. ‘Όχι, για κάποιον στρατηγό μου είπε η Γιολάντα’, ‘Σκατά, ο Ιωαννίδης είναι από πίσω, χειρότερος!’ μου απαντάει. Κι είχε δίκιο.

Ο Παππάς, σε περιόδους ‘νηνεμίας’ είχε μια ικανότητα ανάλυσης της πραγματικότητας που δεν μπορούσε να αντιληφθεί κάποιος που τον ζούσε σε περιόδους έντασης όπου αντιδρούσε αυθόρμητα και με το, σχετικά ...πρωτόγονο, ένστικτό του.
Τον Μάρτιο, μετά το Πολυτεχνείο, και ενώ ταξίδευε σαν καπετάνιος από Εμιράτα στη Μ.Βρετανία, έγραψε μια επιστολή στον Ιωαννίδη, κοινοποιημένη στον Γκιζίκη, με τίτλο ‘Συνέλθετε κύριε Ταξίαρχε. Όπου χωρίς ‘δημοκρατικές’ κορώνες και σκληρούς χαρακτηρισμούς, κολακεύοντάς τον ακόμα σε μερικά σημεία, γράφει στον Ιωαννίδη ότι η ‘αποψίλωση’ των Ενόπλων Δυνάμεων με αποκορύφωμα την ολική γύμνια του Ναυτικού από ετοιμοπόλεμα στελέχη, οδηγεί σε Εθνική Καταστροφή.’
Τον Ιούνιο 74, πριν τα Κυπριακά, στέλνει επιστολή στον Καραμανλή και τον παρακαλεί/προτρέπει να ενεργήσει ΤΩΡΑ, πριν επέλθει Εθνική Καταστροφή.
Ο Παππάς προέβλεπε την Εθνική καταστροφή. Ένας σαραντατριάρης Αντιπλοίαρχος.
Οι άλλοι;

Ο Καραμανλής, βεβαίως, δεν απαντά επί του θέματος, δείχνει, όμως ενδιαφέρον για την κατάσταση των 32 ανδρών του ΒΕΛΟΣ και ζητά από τον Παππά μια σχετική αναφορά. Την γράφω περιγράφοντας τις ταλαιπωρίες των πληρωμάτων στα καράβια. Σε λίγο καιρό, Αρχικαπετάνιος του εφοπλιστή Καρρά επικοινωνεί μαζί μου και μου λέει να ετοιμαστώ να εγκατασταθώ, μαζί με τον Ματαράγκα, στα γραφεία τους για να οργανώσουμε τη ναυτολόγηση όλων στα πλοία της εταιρίας με πολύ καλύτερες συνθήκες. Την ημέρα που είχαμε ραντεβού για να πάω στα Γραφεία, έγινε η ‘Μεταπολίτευση’!

Αφού έγινε η Εθνική καταστροφή της Κύπρου.
Περιμένοντας απάντηση του Καραμανλή, έρχονται τα πρώτα άσχημα νέα από την Κύπρο. Ο Μακάριος, αντιλαμβανόμενος ότι επίκειται πραξικόπημα και εναντίον του, ζητά από τον Γκιζίκη να αποσύρει τους εγκάθετους από τη δικτατορία αξιωματικούς. Ο Παππάς, διαβλέπει τον κίνδυνο, όχι μόνο από την εκδήλωση πραξικοπήματος αλλά και από την ολική απόσυρση των Ελλήνων Αξιωματικών που θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στην αμυντική ικανότητα της Κύπρου.


Σπεύδουμε στην Κυπριακή Πρεσβεία και καταθέτει έγγραφη πρόταση στον Μακάριο για άμεση αντικατάσταση των Ελλήνων αξιωματικών από τους απότακτους του Ναυτικού, Στρατού και Αεροπορίας. (Την επιστολή τη δακτυλογραφώ εν κινήσει, σε μικρή γραφομηχανή στα γόνατά μου, στη θέση του συνοδηγού, δείχνοντας και τον δρόμο στον κυβερνήτη μου γιατί στη στεριά …χάνεται!)

Την απάντηση την πήρε πολύ αργά, όταν ένα μήνα μετά ο Μακάριος βρέθηκε εξόριστος στο Λονδίνο και του είπε
‘δεν πρόλαβα να κάνω δεκτό το αίτημά σας κύριε Πλοίαρχε’.
Και τέλος,
με την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, συνοδεύω τον Παππά στο ξενοδοχείο Claridges όπου με το που μπαίνουμε στο σαλόνι του, με αγωνία βροντορωτάει/προτείνει στον Υπασπιστή του Βασιλιά, Αρναούτη, παρουσία και του συνόλου της βασιλικής οικογένειας,
‘γιατί δεν παίρνει το αεροπλάνο, τώρα, ο Κωνσταντίνος να κατέβει στην Καβάλα, τι φοβάται, μη τον συλλάβουν; Ήρωας θα γίνει'.
Η απάντηση ήταν ‘μα τι λέτε κύριε Πλοίαρχε, θα τον στραπατσάρουμε τον μεγαλειότατο;’
‘Αμ, εσείς δεν έχετε καταλάβει, ούτε τι στραπάτσο έχετε φάει όλα αυτά τα χρόνια, ούτε ότι αν δεν κατεβείτε τώρα, δεν θα κατεβείτε ποτέ’, ήταν η απάντηση του Παππά.
Τα γεγονότα που ακολούθησαν είναι γνωστά.


Επιστράτευση. Με την κήρυξή της, σπεύδουμε με τον Παππά στην Ελληνική Πρεσβεία στο Λονδίνο, πάλι...γράφω στα γόνατα, και υποβάλλει αίτημα για την επιστροφή αυτού και των ανδρών του στο Ναυτικό.
Το αίτημα γίνεται αποδεκτό από το καταρρέον καθεστώς.

Ως δια μαγείας, και μόνο με μια λιτή ανακοίνωση στη Ντώιτσε Βέλε ‘Ο Αντιπλοίαρχος Παππάς και οι άνδρες του επιστρέφουν, μέσω Ρώμης, για να καταταγούν επιστρατευόμενοι’, εικοσιεννέα από τους 32 βρέθηκαν την επόμενη μέρα, από τα πέρατα του κόσμου, στην Πανσιόν ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ, στη Ρώμη!
Χωρίς να έχουν προσυνεννοηθεί για το σημείο συγκέντρωσης σε τέτοια περίπτωση.

Μέχρι η στρατοκρατούμενη πρεσβεία στη Ρώμη ολοκληρώσει τη γραφειοκρατία (έπεσαν και κάτι ψιλές με τα γενιτσαρόπουλα που υπηρετούσαν ακόμα εκεί και ...τράβηξαν και τα πιστόλια...) για τη θεώρηση των ταξιδιωτικών εγγράφων, επήλθε η μεταπολίτευση.
Έτσι, οι άνδρες του ΒΕΛΟΣ ήμασταν οι πρώτοι, μετά τον Καραμανλή, που γύρισαν πίσω στην πατρίδα.

Πέρασαν είκοσι περίπου μέρες μέχρι να εκδοθούν οι διαταγές και οι Νόμοι για την επαναφορά μας στην Υπηρεσία ως 'μηδέποτε απομακρυνθέντες'. Η κατάσταση στη χώρα είναι εύθραυστη.
Οι Σημαιοφόροι παρουσιαζόμαστε στο Κέντρο Εκπαίδευσης Κανελλόπουλος. Διοικητής ο επανελθών κινηματίας Αλέξανδρος Παπαδόγκωνας. Αναλαμβάνουμε ένα Λόχο Ναυτών ο καθένας που εκπαιδεύονατι για την ειδικότητά τους στο Κέντρο. Οι δικοί μου είναι καμμιά εξηνταριά Δίοποι Ηλεκτρολόγοι, οι μισοί Κρητικοί, οι άλλοι μισοί Γρεβενιώτες. Ο Διοικητής μας ενημερώνει ότι με αυτούς θα αναλάβουμε διάφορες αποστολές γι αυτό και πρέπει να εκπαιδευτούν στα όπλα.
Αποστολή μας η άμεση επέμβαση στην Αθήνα αν απειληθεί η κυβέρνηση που ήταν ταμπουρωμένη στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία. Ο Καραμανλής κάθε βράδυ κοιμάται σε αντιτορπιλικό του Στόλου, οι αδερφοί Παλαΐνη (ανώτεροι Αξιωματικοί του Στρατού και οι δύο), τα 'γεράκια' του Ιωαννίδη, είναι κλεισμένοι στο στρατόπεδο της Σχολής Αλεξιπτωτιστών στο Μεγάλο Πεύκο της Αττικής με τους Αλεξιπτωτιστές τους σε ετοιμότητα και τη σημαία της 21ης Απριλίου υψωμένη πάνω από την Ελληνική και κοντεύει Σεπτέμβριος!
Αυτοί μέσα, αντιτορπιλικά τους σημαδεύουν από τη θάλασσα, περιπολικά της Αστυνομίας επιτηρούν την περίμετρο και στην πρώτη κίνηση εμείς θα πρέπει να πάρουμε τους ...διοποκομμάντος μας και να τρέξουμε στη μάχη!
Όποιος έχει υπηρετήσει στο Ναυτικό, εύλογα θα χαμογελάει στην πιθανότητα τέτοιας ...εμπλοκής. Το ίδιο κι εμείς όταν το ακούσαμε ή όταν γυρνούσαμε με το τζιπ γύρω γύρω στην πλατεία του ΚΕ/ΚΑΝ μετά τη λήξη των συναγερμών για να μαζεύουμε τις σφαίρες που έπεφταν από τις τσέπες των ...ράμπο μας. Κι όμως.
Σε δυό εβδομάδες οι ΚρητοΓρεβενιώτες μου, αφού είχαν ρίξει δέκα χιλιάδες σφαίρες στο νταμάρι, κι αφού περάσαμε μαζί μια ταχύρρυθμη εκπαίδευση ...ειδικών δυνάμεων, έφτασαν σε ένα επίπεδο που δεν φοβόμουν πια οποιονδήποτε εχθρό.
Το μόνο που ευχόμουν ήταν να μην είναι Έλληνας...
Για να σπάσουμε δε και την ένταση, οι δίοποι που στην αρχική τους εκπαίδευση έμαθαν να περπατούν τραγουδώντας εμβατήρια και φωνάζοντας 'Ζήτω ζήτω η Ε-πα-νά-στα-σίς', γυρνούσαν από τις ασκήσεις τραγουδώντας 'Πότε θα κά, πότε θα κάμει ξαστεριά' (φαντάζεστε το άσμα στην ΚρητικοΓρεβενιώτικη μίξη προφορών;), γεγονός που δεν άντεξε ο Διοικητής μια μέρα κι ανοίγοντας το παράθυρο, φώναξε από το Γραφείο του 'ε, όχι κι έτσι ρε Σημαιοφόρε!'.

13. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Το Α/Τ ΒΕΛΟΣ 11

Κάποτε, οι Παλαΐνηδες αποφασίζουν να υποστείλουν τη σημαία της 21ης από τον ιστό της Σχολής Αλεξιπτωτιστών, αλλάζει η Διοίκησή τους και ο Καραμανλής αρχίζει να κοιμάται σε κανονικό κρεβάτι.
Οι Διοπάρες μας μετατίθενται σε πλοία και Υπηρεσίες του Στόλου και εγώ στο Αντιτορπιλικό ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ. Κυβερνήτης ο Αντιπλοίαρχος Κολιγιάννης, Κινηματίας και εξαιρετικός αξιωματικός. Με εμμονή στη νομιμότητα. Τέτοια που να επιτρέπει στον Σηματονόμο του πλοίου (υπαξιωματικό επικεφαλής της επιστασίας Σημάτων), ένα ανόητο χουντοαπολειφάδι να κυκλοφορεί με το εθνόσημο της χούντας στο καπέλο του επειδή δεν είχε ακόμα καθοριστεί πώς θα ήταν το νέο. Εκείνη την εποχή όλοι είχαν σπάσει την κορώνα ή το ‘πουλί’ από την ‘πρόσοψη του καπέλου τους μια και είχε προκηρυχτεί το δημοψήφισμα και η χούντα είχε πάει φυλακή. Νομιμότητα.
Κάποτε, παίρνουμε πρόσκληση για εορταστική δεξίωση των ‘φυλακισθέντων και εξορισθέντων αξιωματικών’ στον Ναυτικό Όμιλο Ελλάδος στο Τουρκολίμανο.
Δεν είχα καμιά όρεξη για τέτοια. Ήρθε και ο Νικόλας ο Ζησιμόπουλος στο σπίτι και τα λέγαμε.
Σε λίγο τηλεφωνεί ο Παππάς. Πού είστε ρε παιδιά, θα έρθει κανένας σας; Είμαι μόνος μου εδώ πέρα.
Παίρνουμε τα πόδια μας και πηγαίνουμε. Στην είσοδο, συμμαθητής του Παππά, μας βλέπει, κοιτάζει το ρολόι του, ‘αργήσατε’ μας λέει. Μέσα κόσμος και κοσμάκης. Υπουργοί, άσχετοι, ωραίες κυρίες, άσχημες κυρίες, κι ο Παππάς συνοφρυωμένος…, απομονωμένος σχεδόν από τους (μη) κινηματίες συναδέλφους του. Έλαμψε το πρόσωπό του μόλις μας είδε. Ήρθε και ο ‘επιπλήξας’ τους Σημαιοφόρους για την αργοπορία. Τον ρωτάω, ‘συγνώμη, ποιοι είναι μαζεμένοι εδώ πέρα;’, ‘οι συλληφθέντες και οι εξορισθέντες Σημαιοφόρε,’, συγνώμη, ξανά, δεν θα έπρεπε να είναι και οι μη συλληφθέντες αλλά συμμετέχοντες και οι μη συμμετέχοντες επειδή δεν ρωτήθηκαν και, τέλος πάντων άλλοι έκαναν χούντες, εμείς τι κάνουμε, φούντες;’ Ο παρευρισκόμενος Αβέρωφ με κοίταξε με απορία και ο πρόθυμος να αναλάβει την Αρχηγία του Κινήματος –αφού αυτό εκδηλωνόταν, βεβαίως- Ναύαρχος Κονοφάος, που συνομιλούσε μαζί του, γύρισε και μου είπε ‘μ’ αυτά τα μυαλά δεν σε βλέπω να σταδιοδρομείς’… Καμπανάκι.
Σε λίγες μέρες μαζευτήκαμε οι του ΒΕΛΟΣ σε ταβερνάκι. Αγκαλιές, φιλιά, γέλια, δάκρυα και …έκπληξη. Κάποιοι παλιότεροι υπαξιωματικοί, αλλά και δυο τρεις νεότεροι μιλούσαν στον Κυβερνήτη στον Ενικό… Καμπανάκι ξανά.
Θυμήθηκα αμέσως ότι σε μια επίσκεψή μας στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία, ο καθηγητής Μαγκάκης αναγνώρισε τον Παππά και έσπευσε να τον χαιρετήσει και να του πει, ‘ξέρετε, έχω μια απορία. Πώς καταφέρατε να μην γίνετε αντικείμενο εκμετάλλευσης οποιουδήποτε; Ποιος σας συμβούλευε στη σύνταξη των ανακοινώσεων που κανείς δεν μπορούσε να τις εντάξει σε κάποιο χώρο;’
‘Κανέναν δεν είχαμε κύριε Καθηγητά. Αλλά εμείς συνεχίσαμε να έχουμε τη νοοτροπία του πολεμικού πλοίου. Με κοινό σκοπό, με ιεραρχία και σεβασμό στον καθένα’ απάντησε ο Παππάς.
Τώρα η νοοτροπία αυτή με τον χαρακτηρισμό μας συλλήβδην ως …‘ήρωες’ πήγε περίπατο;
Δεν ξαναπήγα σε συγκέντρωση. Και εξήγησα στον καπετάνιο μου γιατί.

Τον Νοέμβριο ήρθε ένα σήμα στο πλοίο που ζητούσε να δηλώσει όποιος θέλει από την τάξη μου να εκπαιδευτεί ως χειριστής Ελικοπτέρων αφού το Ναυτικό αποφάσισε να αγοράσει Ελικόπτερα.
Κριτήριο Επιλογής ο βαθμός γνώσης της …Αγγλικής! Νισάφι πια. Που να ‘ξερε η μάνα μου όταν μ’ έστελνε να μάθω Αγγλικά από το Νηπιαγωγείο (στην αδερφή της που ήταν καθηγήτρια Αγγλικών) τι ρόλο θα έπαιζαν στη ζωή του γιου της!
Πέρασα, φυσικά (μετά και από τόση προπόνηση και στην Αγγλία), πρώτος.
Και βρέθηκα μαζί με άλλους έξη νεαρούς συναδέλφους μου στο Στεφανοβίκειο του Βόλου όπου εκπαιδευτήκαμε χειριστές Ελικοπτέρων από Εκπαιδευτές του Στρατού.

Τα …καμπανάκια εν τω μεταξύ, έγιναν Καμπάνες. Αρκετοί σύντροφοι αντιμετώπιζαν τον φθόνο και την εμπάθεια των συναδέλφων τους, αλλά και των ανωτέρων τους που φθονούσαν τον Παππά γιατί τους έκλεψε την …αίγλη, αρκετοί αποδείχτηκαν αδύναμοι να διαχειριστούν τη δόξα που τους απένειμε η κοινωνία, κατέληξαν να ζητούν από τον Παππά να μεσολαβήσει για να αποστρατευθούν ως ‘μη προσαρμόσιμοι στα νέα δεδομένα λόγω της μακρόχρονης απουσίας τους’ που σήμαινε ‘αποστρατεύεσαι και συνταξιοδοτείσαι έστω κι αν δεν έχεις τα απαραίτητα χρόνια’, μετά από ένα δύο χρόνια τα πράγματα δεν τα βρήκαν έξω όπως τα περίμεναν, ξανά στον Παππά ‘να επανέλθουμε ως μηδέποτε απομακρυνθέντες’ (μη χάσουμε τους βαθμούς και τα λεφτά) ή ‘να μην επιστρέψουμε αλλά, να πάρουμε αναδρομικά τους βαθμούς’ (να αυξηθεί η σύνταξή μας).

Με αυτά κι αυτά, αφοσιώνομαι στη δουλειά μου, δεν ζητάω ποτέ τίποτα, κάποιοι ψελλίζουν ότι τους σνομπάρω αλλά δεν έχουν δίκιο. Τους αγαπώ και τους σέβομαι. Αλλά δεν μπορώ να εξαγοράσω, ούτε και άλλοι, μια ενέργεια που την έκανα χωρίς να έχω κάτι τέτοιο στο μυαλό μου. Ούτε με εντυπωσιάζει ο χαρακτηρισμός του ‘ήρωα’. Δεν με εκφράζει καν. Ήρωας είναι αυτός που φοβάται αλλά πράττει ξεπερνώντας τον φόβο του. Εγώ δεν φοβήθηκα ποτέ, τότε. Όχι γιατί γεννήθηκα γενναίος αλλά γιατί, τότε, ήμουν εικοσιδυό χρονών…

Ο ‘εκφυλισμός’ μας δεν είναι μόνο προϊόν αδυναμίας διαχείρισης της φήμης. Προέρχεται και από τα συμπλέγματα των ‘απόντων’ από αγώνες ή αυτών που νομίζουν ότι επισκιάζονται από το δυνατότερο φως των άλλων. Ας τα διαψεύσουν όποιοι θέλουν αλλά γνωρίζω ότι ο Δροσογιάννης είπε κάποτε στον Παππά που διαμαρτυρόταν για την εγκατάλειψη των προγραμμάτων του Ναυτικού ‘εσύ να μη μιλάς γιατί χάρη σε μας έγινες Αρχηγός’…
Προλαβαίνοντας την ερώτηση ‘γιατί δεν τα βρόντηξε;’, απαντώ ότι οι λόγοι είναι γραμμένοι σε επιστολές του προς τον Αντρέα που ελπίζω να τις πουλήσει η Μιμή στο Μοναστηράκι για να βγουν κάποτε στη δημοσιότητα! Εγώ δεν δικαιούμαι να αναφέρω το περιεχόμενό τους. Και, παρ΄όλα αυτά, εγώ εξακολουθώ να αναρωτιέμαι 'γιατί δεν τα βρόντηξε;'

Αλλά ο ‘εκφυλισμός’ δεν αφορά μόνο σ’ εμάς. Η ‘Μεταπολίτευση’ κρύβει συνεχείς εκπλήξεις. Πού να σταθείς και τι να πιστέψεις; Ψηφίζεις Μαύρο σου βγαίνει Καραμανλής, ψηφίζεις Καραμανλή, σου βγαίνει Μητσοτάκης, ψηφίζεις Γλέζο, σου βγαίνει Αντρέας, ψηφίζεις Αντρέα σου βγαίνει Βαφειάδης, ένας αχταρμάς προσώπων που θυμίζει βιαστικούς επιβάτες λεωφορείου που στριμώχνονται στη στάση και ορμούν, μόλις ανοίξουν οι πόρτες, να πιάσουν όποιο κάθισμα βρουν ελεύθερο μπροστά τους. Είτε αριστερά, είτε δεξιά, είτε μπρος είτε πίσω. …Κάθισμα να είναι. Ο Μητσοτάκης –που έθρεφε τον Καραμανλή στο Παρίσι- τον αποκαλεί Εθνικό Μειοδότη. Κι έναν χρόνο μετά, ο Καραμανλής τον κάνει Υπουργό Συντονισμού στην κυβέρνησή του! Και μερικά χρόνια μετά τον …σπρώχνει στην Αρχηγία της Ν.Δημοκρατίας.

Το 86 έχω βάρδια στο ΓΕΝ και μου πέφτει το λαχείο να πάω να συλλάβω τον Σερεπίσιο, έναν νεώτερο από εμένα αξιωματικό που, με Αμερικανικό σενάριο Χόλυγουντ –για να πιεστεί ο Αντρέας να επιταχύνει την ικανοποίηση των συμφερόντων τους- κατηγορείται ως …κατάσκοπος των Ρώσσων, συνεργάτης του αυτομολήσαντος στη Δύση Ρώσσου πράκτορα Μποχάν!
Ο Βασιλάκης ο Σερεπίσιος, δυο τάξεις μικρότερός μου, ήταν τόσο …κατάσκοπος όσο και η μάνα μου γκέϊσα, εμείς στο Ναυτικό γνωριζόμαστε μέσα έξω και τέτοια …απιθανότητα μόνο γέλια μας προκαλούσε. Στον Βασίλη, βεβαίως, κλάματα!
Αφού, λοιπόν, τον …συνέλαβα και τον παρέδωσα στο ΓΕΝ, κλήθηκα από τον Υπουργό Δροσογιάννη στο Γραφείο του.
‘Τι έγινε; Πώς σου φάνηκε; Πώς αντέδρασε; Πού είναι το κουμπούρι σου;’ Οι ερωτήσεις απανωτές.
‘Κύριε Υπουργέ, εμείς του Ναυτικού δεν τραβάμε πιστόλια μεταξύ μας. Και πώς να μου φανεί. Του έπεσε το ταβάνι στο κεφάλι! Μα είστε σίγουροι ότι ο Σερεπίσιος είναι κατάσκοπος;’
‘Ρε, το ξέρεις ότι αυτός είναι κουμουνιστής; Ξέρεις ότι μοίραζε κουπόνια του ΚΚΕ στους διαδρόμους του ΓΕΝ;’
‘Για να είμαι ειλικρινής, μόνο κάποιους που μοίραζαν κουπόνια του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας αντιλήφθηκα…’
‘Ρε άντε πάενε από δώ’ μου λέει. Ευγενέστατος...
Την ώρα που έκλεινα την πόρτα, γύρισε στον Σεχιώτη και στον Παππά που ήταν παρόντες και είπε ‘μου φαίνεται ότι είναι δικός τους κι αυτός και πάει να τον καλύψει’
‘Όχι όχι, αυτόν τον ξέρω σαν γιο μου’ του απαντάει ο Παππάς.
Κομμουνιστης, λοιπόν, με ‘Υπουργική Απόφαση’.

Και το 88, ο συνομήλικός μου Τζουμάκας κάνει πάρτυ γενεθλίων στο σπίτι του στην Πεντέλη όπου, λέει, -ο Βότσης στην Ελευθεροτυπία- η γενιά του Πολυτεχνείου ξεφάντωσε καταναλώνοντας δεκάδες μπουκάλια ουίσκι, βότκα και τζιν, τρώγοντας πεντακόσια κιλά κρέας στα κάρβουνα και πίνοντας μισό τόννο κρασί!
Η γενιά του Πολυτεχνείου! Η γενιά της Αλλαγής (της ζωής τους γιατί η δικιά μου έμεινε ίδια και απαράλλαχτη από τότε και χαίρομαι γι αυτό)! Κι όταν τόλμησα να απαντήσω σατιρικά περιγράφοντας επώνυμα (χωρίς τον τίτλο μου) τα δικά μου γενέθλια, τιμωρήθηκα από τον δημοκράτη (χωρίς ειρωνεία το λέω) Αρχηγό, τότε, του Ναυτικού, τον Ναύαρχο Βασιλικόπουλο με ‘επίπληξη’ γιατί η ενέργειά μου να κρίνω μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου ‘θυμίζει έντονα εποχές καταδικασμένες στη συνείδηση του Ελληνικού Λαού’.
Και χουντικός, δηλαδή. Χουντοκομμουνιστής!
Στην Πέμπτη απανωτή παραίτησή μου, η ποινή διαγράφτηκε και η σταδιοδρομία μου συνεχίστηκε. Και η ‘μούγκα’ μου πλέον έγινε μόνιμη.

Φυσικά δεν δέχτηκα να καταθέσω και τις βεβαιώσεις, που μου έδωσε το ΓΕΝ για την 'αντιστασιακή μου δράση', στη Νομαρχία Αττικής όπου επιτροπή υπαλλήλων θα έλεγχε τη ...δράση μου για να εγκρίνει ή να απορρίψει την εγγραφή μου στους αντιστασιακούς καταλόγους (!) και την απονομή χαλκοτσίγκινου παράσημου με την περικεφαλαία του Kολοκοτρώνη αν θυμάμαι καλά.
Έτσι δηλώνω υπερηφάνως ότι είμαι από τους ελάχιστους μη αντιστασιακούς με τη βούλα Έλληνες της γενιάς μου!
Για να κρύψω τις (συν)ενοχές που ένιωθα για το επίπεδο της δημοκρατίας μας. Για να μη συμμετέχω, ασήμαντος κι εγώ, στην κατάληψη της εξουσίας από τους ασήμαντους στο όνομα μιας ισότητας που ήταν ισοπέδωση.
Γιατί δεν μου πήγαιναν όλα αυτά, τελικά.

Έκλεισα τις αναμνήσεις μου στο σεντούκι με τη σημαία του ΒΕΛΟΣ. Τις αναμνήσεις ανθρώπων σαν τον Παππά, τον Βούλτεψη, τη Φλέμμινγκ, τον Αντώνη τον Καρρά, τον Ζαμπέλη, τον Παναγούλη, τον Πλυτά, τον Σιώτη, τον Tompson, που είχα συναντήσει για πολύ, για λίγο, για μια ματιά, για πάντα. Είναι κι άλλοι, κι άλλες, που στάθηκαν δίπλα μου και τώρα δεν είναι, για διάφορους λόγους, μα τους οφείλω ευγνωμοσύνη.
Υπηρέτησα σε θέσεις που θα μπορούσα να …αποφύγω. Τις απόλαυσα. Υπηρέτησα σε θέσεις που δεν …φανταζόμουν. Τις απόλαυσα κι αυτές.
Η σταδιοδρομία μου ήταν ένας καταιγισμός εμπειριών που δεν νομίζω ότι μπορεί να τις φανταστεί κανείς όταν την ξεκινάει. Και δεν μετανιώνω ούτε για μια στιγμή από αυτήν.

Δεν τέλειωσε το ίδιο όμορφα.
Στο τέλος της σταδιοδρομίας μου, ο 'σοσιαλφασισμός' κάποιων έρποντων ανήθικων χαμαιλεόντων προσπάθησε να μου χαλάσει αυτή τη γεύση.
Εν μέρει το πέτυχαν.
Δεν είναι, όμως, ταιριαστό στο κείμενο αυτό να κλείσει έτσι.

Γι αυτό, αύριο μεθαύριο, θα κλείσει αλλιώς…!

14. ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Επίλογος. Το φαινόμενο Παππάς.


Νομίζω ότι, πέρα από τα ιστορικά διδάγματα της ανταρσίας του ΒΕΛΟΣ, και τις επιπτώσεις του Κινήματος του Ναυτικού στη νεότερη ιστορία του τόπου, είναι εξαιρετικά χρήσιμη και διδακτική η επισήμανση ορισμένων παραμέτρων του χαρακτήρα και της συμπεριφοράς του ΠΑΠΠΑ.

Πολλοί, και τότε αλλά ακόμη και σήμερα, αναρωτιούνται πώς και γιατί βρέθηκαν τόσοι νέοι άνθρωποι να ακολουθούν τον κυβερνήτη τους στο άγνωστο.
Χωρίς καμιά προσυνεννόηση ή γνώση για το τι έμελλε να συμβεί, χωρίς κανένα προσχεδιασμό ή προετοιμασία, χωρίς καμιά προοπτική αποκατάστασης, χωρίς χρήματα ή άλλα εφόδια, χωρίς να γνωρίζουν πότε θα μπορούσαν να γυρίσουν στις οικογένειές τους, χωρίς να γνωρίζουν τι τους περιμένει εκεί έξω. Κυριολεκτικά στο άγνωστο.
Και τα περί 'πλέριας δημοκρατικότητας' ή 'αντιστασιακής συνείδησης' ή 'εκ γενετής και εξ οικογενειακής παράδοσης αριστεροκατάταξης' των πιτσιρικάδων που μπήκαν στη Σχολή Δοκίμων ή στη Σχολή Υπαξιωματικών το 1968 είναι αστεία αγγίζοντα τα όρια του γελοίου. Η χούντα έλεγχε το παρελθόν και του σε τρία τετράγωνα μακριά γείτονά σου!
Γιατί, λοιπόν;


Η πρώτη επαφή, των νεώτερων στελεχών, με τον κυβερνήτη, είχε ως κύριο συναίσθημα το ...δέος.
Εύσωμος, πληθωρικός, «τσιμενταρισμένος», με διαπεραστικό βλέμμα από τα συνεχώς μισόκλειστα μάτια του, καθόλου «ραφιναρισμένος» στη συμπεριφορά του και στο λεξιλόγιό του.
Σκυθρωπός στη μπουνάτσα και χαμογελαστός στη φουρτούνα.
Νευρικός στο λιμάνι, ήρεμος στο πέλαγος.
Γνωρίζει κάθε σπιθαμή του Αιγαίου και κάθε άστρο τ’ ουρανού.
'Παίζει' με το πλοίο, του μιλάει, μετράει τα κύματα και απολαμβάνει να το μανουβράρει στα πιο απίθανα μέρη, και, το σπουδαιότερο, δασκαλεύει στη ναυτοσύνη με πάθος τους νεότερους.
Αν διαπιστώσει ότι ακολουθείς, γίνεται ο πατέρας, ο αδερφός, ο φίλος.
Αν ...δεν, ανελέητα αδιάφορος.
Τα στρατιωτικά, οι κανονισμοί και οι διατάξεις είναι γι αυτόν άχρηστες λεπτομέρειες.
Τον νοιάζει η ουσία των πραγμάτων και όχι ο τύπος.
Επιβάλλεται με την επαγγελματικότητά του, την καθαρότητα της σκέψης του.

Οι Άγγλοι λένε ότι ο κυβερνήτης πρέπει να κερδίσει
-την αναγνώριση του πληρώματος ως άνδρας,
-τον θαυμασμό του πληρώματος ως ναυτικός,
-τον σεβασμό του πληρώματος ως Κύριος.
Ο Παππάς τα κέρδιζε και τα τρία.


Με λίγα λόγια, ο Παππάς είναι η απόδειξη στην πράξη της θεωρίας του ηγέτη.
Στην προοπτική να χάσουν τον ηγέτη τους, αλλά και με την υποχρέωση να τον προστατεύουν, οι άνδρες του θα τον ακολουθούσαν ακόμη και στην πιο μεγάλη θυσία.
Η καθαρότητα των προθέσεών του αποδείχτηκε και μετά, από το γεγονός ότι δεν εξαγόρασε την πράξη του -παρά τις επίμονες και θελκτικότατες Σειρήνες-, δεν εκφύλισε τα ιδανικά του με κομματικά ή πολιτικά ανταλλάγματα, έμεινε πάντα πιστός σ’ αυτά που με τη στάση του δίδαξε σ' εμάς τους νεότερους.

Ο Αντιπλοίαρχος Νίκος Παππάς, όπως και αυτοί που τον ακολουθήσαμε, χαρακτηρίστηκε από ήρωας μέχρι προδότης αναλόγως και των ιδεολογικών πεποιθήσεων αυτών που εξέφεραν τους χαρακτηρισμούς.
Η προσωπική του στάση, όμως, αλλά και αυτή των ανδρών του, καθ’ όλη τη διάρκεια της εξορίας τους, απέδειξε την προσήλωσή του στον όρκο που έδωσε όταν πρωτοφόρεσε τη στολή του αξιωματικού του Ναυτικού και την πίστη που όφειλε στο Σύνταγμα και στους Νόμους της πατρίδας. Τα τελικά συμπεράσματα δικά σας.

Με την κίνηση του Α/Τ ΒΕΛΟΣ, ο Κυβερνήτης του κατόρθωσε να εκπληρώσει τους σκοπούς του Κινήματος του Ναυτικού, το οποίο δεν εκδηλώθηκε ποτέ! Γιατί, έτσι,
- έπεσε στο κενό η προσπάθεια του καθεστώτος να υποβαθμίσει το μέγεθος της αντίθεσης του Ναυτικού.
- Η αποκάλυψη της έκτασης του Κινήματος, και της 'προέκτασής' του σε Πολεμική Αεροπορία και Στρατό, αφαίρεσε κάθε επιχείρημα ότι το καθεστώς είχε τη στήριξη του συνόλου των Ενόπλων Δυνάμεων.
- Το καθεστώς αναγκάστηκε να προβεί σε «δημοκρατικά» βήματα για να αλλάξει τις εντυπώσεις (κατάργηση της Βασιλείας- Γενική αμνηστία -κυβέρνηση Μαρκεζίνη)
- Ο λαός αντιλήφθηκε ότι το καθεστώς είναι γυμνό και η αντίδραση φούντωσε με αποκορύφωμα την εξέγερση του Πολυτεχνείου και την αντίστροφη πλέον μέτρηση για την πολιτική λύση που ήρθε, δυστυχώς, αργά.


Το Κίνημα του Ναυτικού, και η θρυαλλίδα που το αποκάλυψε -ο Αντιπλοίαρχος Παππάς με το ΒΕΛΟΣ- ως γέφυρα στη λαϊκή αντίδραση από τη Νομική έως το Πολυτεχνείο, συνέβαλαν αποφασιστικά στις διεργασίες που οδήγησαν στην πτώση της δικτατορίας και στην αποκατάσταση της Δημοκρατίας.
Αρκετοί έσπευσαν αυθαίρετα να οικειοποιηθούν τις όποιες δάφνες και να διακηρύξουν εκ των υστέρων την ανύπαρκτη συμμετοχή τους.
Άλλοι, έσπευσαν να ρίξουν το ανάθεμα της προδοσίας και με χυδαία επιχειρήματα προσπάθησαν να μειώσουν την όποια σπουδαιότητα των ενεργειών.
Οι πολλοί, μη μπορώντας να εντάξουν τον Παππά και τους άνδρες του σε κάποια συγκεκριμένη κομματική παράταξη, έσπρωξαν τα γεγονότα στην αφάνεια και στη λήθη.

Αλλά, το Κίνημα του Ναυτικού, και το ΒΕΛΟΣ, όντως δεν ανήκει σε κανέναν.
Ανήκει στην ιστορία της Ελλάδας και στην ιστορία του Πολεμικού Ναυτικού, της κιβωτού που συντηρεί για χιλιάδες χρόνια την Ελληνική Δημοκρατία, τον Ελληνικό πολιτισμό, στα σκαριά του.

Το σωστό ή λάθος των ενεργειών μας θα το κρίνει η Ιστορία όταν εμείς θα εκλείψουμε βιολογικά.
Αλλά μέχρι τότε, ουδείς δικαιούται με φαντασιώσεις να τις εκμεταλλεύεται για προσπόριση ψήφων ή για εκτόνωση των συμπλεγμάτων που διαμορφώθηκαν από την απραξία του.


Εγώ το μόνο που έχω να προσθέσω είναι ένα δημόσιο
«ευχαριστώ κύριε Κυβερνήτα».

Το είχα χρέος.


αφιερωμένο στους απόντες συντρόφους
Κωστής Γκορτζής
Αντιναύαρχος Π.Ν. ε.α.
34 χρόνια και 25 κιλά βαρύτερος

ΤΕΛΟΣ


Υ.Γ. 1 Ευχαριστώ και τους φίλους και φίλες, τη Νίνα μου, τον Mαυροπρόβατο, τον Dralion, τον Μάνο Αντώναρο, τον Γιώργο Τετράδη, τον rockerblogger, τον Μπαμπάκη, τον Μαυρόγατο, τον pan, τη Ροδιά, τη Μαμάννι, την Κροτκάγια, τον Μαντρόσκυλο της Βάλια Κάλντα, τον Σχολιαστή, τη so-far, την allmylife, τον Άσπρο Λύκο, Τον Χρήστο Φασούλα και -σίγουρα ξεχνάω κάποιους/ες- που με έσπρωξαν, άλλος ελαφρά και άλλος δυνατότερα να καταθέσω αυτές τις αναμνήσεις μου και με τα σχόλιά τους 'συντήρησαν' τη δύναμη να συνεχίσω μέχρι τέλους.
Ευχαριστώ και τον Alzap για την ευπρεπή διασταύρωση των ξιφών.
Α, και τον νεαρό συνονόματο, και σχεδόν συνομήλικο του γιού μου, Αντώνιο που είχε την υπομονή να ακούσει όλη την ιστορία!
Όπως και όλους επώνυμους κι ανώνυμους που είχατε το κουράγιο να τα διαβάσετε όλα! :-)

Υ.Γ.2 Η αφήγηση, αναγκαστικά σε πρώτο πρόσωπο, ενδεχομένως να δίνει την εντύπωση ότι ήμουν το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας. Δεν ήμουν βέβαια. Υπάρχουν άλλες 31 παράλληλες ιστορίες γιατί στην κίνηση του ΒΕΛΟΣ συμμετείχαν οι :

1. Αντιπλοίαρχος Παππάς Νικόλαος Κυβερνήτης
2. Σημαιοφόρος Ζησιμόπουλος Νικόλαος, Μηχανικός, σκοτώθηκε τον Μάρτιο του 1977 στην προσπάθειά του να σώσει το προσωπικό του λεβητοστασίου στο Α/Τ ΘΥΕΛΛΑ μετά από έκρηξη σε ασφαλιστικά των λεβήτων. Ήταν, τότε, Υποπλοίαρχος.
3. Σημαιοφόρος Προκοπάκης Ηρακλής, Μηχανικός
4. Σημαιοφόρος Ματαράγκας Κωνσταντίνος
5. Σημαιοφόρος Γκορτζής Κωνσταντίνος
6. Σημαιοφόρος Στράτος Γεώργιος
7. Σημαιοφόρος Χατζηπέρος Παναγιώτης, Μηχανικός
8. Αρχικελευστής Καραμίχας Κωνσταντίνος
9. Αρχικελευστής Κωνσταντινίδης Κωνσταντίνος
10. Αρχικελευστής Σαραφιανός Γεώργιος
11. Αρχικελευστής Καλλίνος Παναγιώτης
12. Αρχικελευστής Πανούσης Διονύσιος
13. Αρχικελευστής Ρουσσόπουλος Δημήτριος
14. Αρχικελευστής Ρετζής Ευάγγελος
15. Αρχικελευστής Κιμιγκέλης Γιώργος, πέθανε το 2003
16. Επικελευστής Μηλιώτης Σπύρος, πέθανε το 2006
17. Κελευστής Βιτάλης Ανδρέας
18. Κελευστής Αυγερινός Αριστείδης
19. Κελευστής Γούτσος Γεώργιος, σκοτώθηκε από το στροφείο του Ελικοπτέρου του Νιάρχου πάνω στη θαλαμηγό όπου εργαζόταν, το 1993
20. Κελευστής Σπυριδάκης Εμμανουήλ
21. Κελευστής Σαμψών Μιχαήλ
22. Κελευστής Μυτακάκης Δημήτριος
23. Δόκιμος Κελευστής Αλοΐζος Νικόλαος, πέθανε το 2010
24. Δόκιμος Κελευστής Γκαρούτσος Ιωάννης
25.
Δόκιμος Κελευστής Αντωνίου Γεώργιος
26.
Δόκιμος Κελευστής Αγγελής Παναγιώτης
27.
Δόκιμος Κελευστής Ελευθεριάδης Ιωάννης
28.
Δόκιμος Κελευστής Θεοδωρίδης Γεώργιος
29.
Δόκιμος Κελευστής Αβραάμ Αλέξανδρος
30.
Δόκιμος Κελευστής Ασημίνας Γεώργιος, πέθανε το 2008
31. Ναύτης Πρότακτος Ματζάνας Γεώργιος
και ως
32. Κελευστής Κωστάκης Κωνσταντίνος, που ήρθε στην 'ομάδα' στη Ρώμη από άλλο πλοίο.